Λάμπες “οικονομίας” φιλικές προς το περιβάλλον… Όπως λέμε λαγοί με μεταξωτές κορδέλες
Ένα ρυπαρό για το περιβάλλον και επικίνδυνο για την ανθρώπινη υγεία προϊόν έχει βαφτεί λαμπερό πράσινο. Κατεβάστε όλο το βιβλίο από εδώ: → Λάμπες “οικονομίας” το Μεγάλο Λάθος – τού Χρήστου Μουσουλιώτη (web), με πάνω από 300 παραπομπές και περιληπτική παρουσίαση δεκάδων παραγόντων, που αποδεικνύουν ότι οι συμπαγείς λαμπτήρες φθορισμού ή λαμπτήρες οικονομίας, φέρνουν με τη χρήση τους μια νέα πολυεπίπεδη παγκόσμια τραγωδία.
Στην περίπτωση που υπάρχει δυσκολία για το κατέβασμα ολόκληρου τού βιβλίου μπορείτε να το κατεβάσετε από την ιστοσελίδα διάθεσης δωρεάν ηλεκτρονικών βιβλιών – εδώ: → http://www.free-ebooks.gr/gr/e-rafi.php?id=1185
ή τμηματικά από εδώ:
→ Α’ Μέρος: Λάμπες “οικονομίας” το Μεγάλο Λάθος – τού Χρήστου Μουσουλιώτη (1-110)
→ Β’ Μέρος: Λάμπες “οικονομίας” το Μεγάλο Λάθος – τού Χρήστου Μουσουλιώτη (111-206)
→ Γ’ Μέρος: Λάμπες “οικονομίας” το Μεγάλο Λάθος. (205-316)
ΝΕΟΤΕΡΗ ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ (ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ ΣΤΟ ΑΝΩΤΕΡΩ, ΑΛΛΑ ΠΡΟΚΕΙΤΑΙ ΝΑ ΣΥΜΠΕΡΙΛΗΦΘΕΙ ΣΤΗ ΔΕΥΤΕΡΗ ΕΔΟΣΗ, ΣΤΗΝ ΟΠΟΙΑ ΑΛΛΑΖΩ ΤΟΝ ΤΙΤΛΟ, ΠΟΥ ΓΙΝΕΤΑΙ (ΜΑΛΛΟΝ): Η ΔΟΛΟΦΟΝΙΑ ΤΗΣ ΥΓΕΙΑΣ ΜΕ ΤΙΣ ΛΑΜΠΕΣ “ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ”, για να αποδίδεται καλύτερα η αλήθεια τού ζητήματος….
ΚΑΤΕΒΑΖΕΤΕ ΑΠΟ ΕΔΩ ΤΗ ΝΕΟΤΕΡΗ ΠΕΡΙΛΗΨΗ: → Η “δολοφονία” τής υγείας με τις λάμπες “οικονομίας”
Για προτάσεις, σχόλια, βελτιώσεις, κριτική: mousouliotis@gmail.com
ΔΙΕΥΚΡΙΝΙΣΗ: ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΒΡΙΣΚΕΤΑΙ ΥΠΟ ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑ, ΝΕΑ ΣΚΑΝΔΑΛΩΔΗ ΑΠΟΣΙΩΠΗΜΕΝΑ ΔΕΔΟΜΕΝΑ ΘΑ ΠΡΟΣΤΕΘΟΥΝ…
(Όταν βλέπετε – σπάνια – κάποιο ορθογραφικό ή συντακτικό λάθος, να θυμάστε ότι το βιβλίο είναι υπό επεξεργασία και ότι σημασία έχει πως βασίζεται σε αρκετές εκατοντάδες επιστημονικές εργασίες και όχι σε παραμύθια, αποκρύψεις και “πράσινους” ή άλλους φανατισμούς).
Παρασκευή 8 Οκτωβρίου 2010
Αγκαλιά με υδράργυρο, υπερτοξικά ηλεκτρονικά και ίσως ραδιενέργεια οι λαμπτήρες οικονομίας
Ένα μείζον ζήτημα με τους λεγόμενους λαμπτήρες οικονομίας είναι η ανύπαρκτη πληροφόρηση των καταναλωτών για τα υπεροτοξικά ηλεκτρονικά απόβλητα που θα μείνουν στο περιβάλλον για χιλιάδες χρόνια, τον υπερτοξικό υδράργυρο που θέτει σε κίνδυνο την υγεία μας και βαρύνει υπέρμετρα το περιβάλλον, μετατρέποντάς το σε υδραργυρική χαβούζα και την πιθανή ύπαρξη ραδιενέργειας. Οι ερωτήσεις τού γράφοντα προς την Greenpeace και την ΕΕ φαίνεται πως απευθύνθηκαν σε ώτα μη ακουώντων.
Ωστόσο το θέμα θα έχει συνέχεια… Στο μεταξύ διαβάστε γι’ αυτό το μείζον σκάνδαλο στο σχετικό θέμα:
Η ανύπαρκτη πληροφόρηση για τον υδράργυρο και τη ραδιενέργεια στους λαμπτήρες “οικονομίας”
Πηγή:http://light1and2life.files.wordpress.com
Ωστόσο το θέμα θα έχει συνέχεια… Στο μεταξύ διαβάστε γι’ αυτό το μείζον σκάνδαλο στο σχετικό θέμα:
Η ανύπαρκτη πληροφόρηση για τον υδράργυρο και τη ραδιενέργεια στους λαμπτήρες “οικονομίας”
Πηγή:http://light1and2life.files.wordpress.com
Η ραδιενέργεια των λαμπτήρων «οικονομίας» και η «άγνοια» τής Greenpeace
Εξελίσσεται μια απίστευτη παραπληροφόρηση σε βάρος των καταναλωτών με αυτά τα αγγελουδάκια που φέρουν πράσινα φτερά με την ονομασία λαμπτήρες “οικονομίας”. Για χάρη τους δεν τηρείται καμία επιταγή τού νομοθετικού πλαισίου διαθεσής τους, ενώ αποτελούν στην πραγματικότητα επικίνδυνο προϊόν, τόσο για τους καταναλωτές όσο και για το περιβάλλον.
Μολυσμένη τροφή... με βαρέα μέταλλα 1.000% πάνω από τα όρια
Ο χορός του παραλόγου του σύγχρονου "πολιτισμού" που αδιαφορεί για το περιβάλλον και έχει αναγάγει την απόδοση σε ποσότητα και την "ανάπτυξη" σε αυτοσκοπό έχει οδηγήσει σε ένα φαύλο κύκλο που αρρωσταίνει την ίδια την ανθρωπότητα που παίζει το παιχνίδι της "εξουσίας" πάνω στη φύση. Είχα γράψει και παλαιότερα πως οι γεωργοί αποτελούν έναν από τους πιο βασικούς πυλώνες επιβίωσης της ανθρωπότητας και πως η δική τους επιστροφή στο σεβασμό της φύσης θα συνδράμει σε πολύ μεγάλο βαθμό στην εξυγείανση της όλης κατάστασης.
Επικίνδυνα βρεφικα καλλυντικα
Τον Σεπτέμβριο του 2008, η «Επιτροπή για την Aειφόρο Aνάπτυξη για την Υγεία» (C2DS) απηύθυνε έκκληση στα μαιευτήρια της Γαλλίας να σταματήσουν τη διανομή δωρεάν καλλυντικών προϊόντων για μωρά στις νέες μητέρες, προϊόντα τα οποία αποτελούν επικίνδυνο κοκτέιλ τοξικών ενώσεων.
Η C2DS είναι μια ανεξάρτητη ένωση που διευθύνεται από επαγγελματίες του τομέα της υγείας και σκοπός της είναι να δημιουργήσει τις μεθόδους και τα εργαλεία που θα συνοδεύουν τον νοσοκομειακό τομέα στην εφαρμογή της βιώσιμης ανάπτυξης. Στην δήλωσή της αναφέρεται στην τοξικότητα των καλλυντικών προϊόντων για παιδιά με ένα μακρύ κατάλογο επικίνδυνων ουσιών και αρνείται να διανέμει τα δώρα γέννησης εντός του θεσμικού τους οργάνου. Οι επιστήμονες, ο τοξικολόγος Andre Cicolella, ο παιδίατρος και ενδοκρινολόγος Charles Sultan με επικεφαλής τον καθηγητή Dominique Belpomme (ογκολόγο στο Νοσοκομείο Georges Pompidou και πρόεδρος της ARTAC –Ενωση για την Ερευνα Αντικαρκινικών Θεραπειών κατέληξαν σε συμπεράσματα που θα ανησυχήσουν τις μητέρες που καθημερινά χρησιμοποιούν υγρά μαντηλάκια, αφρόλουτρα και σαμπουάν για να καθαρίσουν τα μωρά τους.
Τα 10 πιο βλαβερά τρόφιμα
Ένα από τα σοβαρότερα προβλήματα που αντιμετωπίζουμε στην καθημερινή μας ζωή, είναι η κακή διατροφή και τα αποτελέσματά της. Η ανθυγιεινή διατροφή είναι ο πιο γρήγορος τρόπος για παχυσαρκία, καρδιαγγειακές, ενδοκρινολογικές παθήσεις και προβλήματα με το γαστρεντερικό σωλήνα.
Η λίστα των 10 πιο επικίνδυνων τροφίμων για την διατροφή μας είναι η εξής:
Η λίστα των 10 πιο επικίνδυνων τροφίμων για την διατροφή μας είναι η εξής:
Είναι ανεπιθύμητη η επιλογή του φύλου κατά τη γέννηση;
Είναι ανεπιθύμητη η επιλογή του φύλου κατά τη γέννηση; -Η άποψη του Gary Becker
Στην Κίνα του 2005, 118 αγόρια αντιστοιχούσαν σε κάθε 100 κορίτσια που γεννιόνταν. Αυτή η αναλογία είναι μακράν μεγαλύτερη της φυσιολογικής, βιολογικής αναλογίας των περίπου 106 αγοριών για κάθε 100 κορίτσια. Αυτή η ανομοιότητα των φύλων στην Κίνα έχει προέλθει από έναν συνδυασμό χαμηλών ποσοστών γέννησης, της προτίμησης υπέρ των αγοριών που κυριαρχεί στην Κίνα, δεδομένου ότι οι γονείς μπορούν να έχουν μόλις ένα ή δύο παιδιά, και της διάδοσης του υπερηχογραφήματος μέσα στη χώρα που επιτρέπει την αναγνώριση του φύλου των εμβρύων και την άμβλωσή τους στην περίπτωση που δεν αρέσει το φύλο στους γονείς. Αντίστοιχες τάσεις έχουν αναδυθεί επίσης στην Ινδία και τη Νότιο Κορέα.
Περισσότερο σύνθετες και ακριβές μέθοδοι επιτρέπουν στους γονείς να αυξήσουν τις πιθανότητες απόκτησης ενός αρσενικού μωρού, ακόμα και πριν η γυναίκα μείνει έγκυος. Η μέθοδος που θεωρείται ως η πιο αξιόπιστη είναι αυτή που περιλαμβάνει in vitro γονιμοποίηση, φάρμακα που διεγείρουν τις ωοθήκες της μητέρας, εγχειρίσεις και άλλες μεθόδους. Το συνολικό κόστος μπορεί να υπερβεί και τα 20.000$, έτσι προφανώς αυτή η μέθοδος είναι διαθέσιμη μόνο στους πλούσιους.
Υπάρχουν καλοί λόγοι που μπορούν να προβληθούν ως ένσταση κατά της επιλογής του φύλου, είτε αυτή τελείται μέσω της άμβλωσης, είτε μέσω πιο εκλεπτυσμένων μεθόδων; Την 1η Φεβρουαρίου η Επιτροπή Δεοντολογίας του Αμερικανικού Κολεγίου Μαιευτήρων και Γυναικολόγων (ACOG) εξέδωσε μια διακήρυξη, στην οποία αντιδρά θεωρώντας ότι είναι ανήθικο εκ μέρους των γιατρών να συμμετέχουν στην επιλογή φύλου που γίνεται από γονείς, και δεν βασίζεται σε εν δυνάμει γενετικές ανωμαλίες που συνδέονται με το φύλο, αλλά αποκλειστικά στην στάθμιση από την οικογένεια των προσωπικών της προτιμήσεων. Αυτή η θέση σε σχέση με την ηθική της επιλογής φύλου έβρισκε εφαρμογή «ανεξαρτήτως του χρονικού σημείου της επιλογής (π.χ. προ της σύλληψης ή μετά την σύλληψη), ή του σταδίου ανάπτυξης του εμβρύου ή του κυήματος».
Μια τέτοια θέση φαντάζει περίεργη αν λάβουμε υπόψη τη γενική υποστήριξη από γιατρούς και το Ανώτατο Δικαστήριο του δικαιώματος στην άμβλωση. Οι αμβλώσεις γίνονται από γονείς για την ικανοποίηση «αποκλειστικά» των προσωπικών τους προτιμήσεων σε σχέση με τη χρονική συγκυρία της απόκτησης παιδιών ή με τον αριθμό των παιδιών. Τι διαφοροποιεί τόσο πολύ τις αμβλώσεις που γίνονται βάσει της επιλογής φύλου ώστε να οδηγήσει την ACOG (με τα περισσότερα από 51.000 μέλη της να παρέχουν ιατρική περίθαλψη σε γυναίκες που κάνουν άμβλωση) στο να αντιταχτεί στις αμβλώσεις για την ικανοποίηση των γονεϊκών επιθυμιών υπέρ περισσότερων αγοριών ή κοριτσιών, τη στιγμή που υποστηρίζει το γενικότερο δικαίωμα στην άμβλωση; Η ACOG προσπαθεί να δώσει μία απάντηση, υποστηρίζοντας πως η επιλογή του φύλου μέσω οποιασδήποτε μεθόδου, ενδέχεται «τελικώς να υποστηρίξει σεξιστικές πρακτικές».
Δεν είναι ξεκάθαρο τι ακριβώς εννοεί η ACOG ως σεξιστικές πρακτικές, πάντως όλα τα στοιχεία σχετικά με τις προτιμήσεις πάνω στο φύλο στις Η.Π.Α. και σε άλλες πλούσιες χώρες δείχνουν μια έντονη επιθυμία για ποικιλία-αγόρια και κορίτσια-, αντί για μια ισχυρή προτίμηση υπέρ του ενός από τα δύο φύλα. Επομένως οι αμβλώσεις βάσει του φύλου σε αυτές τις χώρες είναι απίθανο να έχουν ιδιαίτερες συνέπειες πάνω στη συνολική αναλογία των δύο φύλων, παρόλο που θα μπορούσε να επηρεάσει την κατανομή αγοριών και κοριτσιών σε διαφορετικές οικογένειες.
Εστιάζω το υπόλοιπο της ανάλυσής μου στους υπαινιγμούς σχετικά με αμβλώσεις βάσει φύλου στις χώρες, όπου εγείρεται το ζήτημα του αριθμού των αγοριών σε σχέση με αυτού των κοριτσιών. Η Κίνα, η Νότιος Κορέα και άλλες χώρες έχουν προσπαθήσει να θέσουν σε εφαρμογή ελέγχους πάνω στην επιλογή φύλου, καθιστώντας παράνομη τη χρήση υπερηχογραφικών μεθόδων για την επιλογή του φύλου των παιδιών. Παρόλα αυτά είναι πάρα πολύ δύσκολο να εφαρμοστούν αυτές οι ρυθμίσεις, καθώς οι γιατροί μπορεί να λένε «συγχαρητήρια» όταν ένας υπέρηχος αποκαλύψει αγόρι και να παραμένουν σιωπηλοί όταν το κυοφορούμενο είναι κορίτσι.
Η άμβλωση θηλυκών εμβρύων θα μπορούσε να μειώσει το μέσο μέγεθος οικογενειών, εάν οι γονείς που προτιμούν αγόρια καταλήγουν με μεγαλύτερες οικογένειες απ’ ό,τι επιθυμούν, επειδή δεν μπορούν να ελέγξουν το φύλο των παιδιών τους. Οι επιπτώσεις στο μέγεθος των οικογενειών θα μπορούσαν πάντως να καταλήξουν στο άλλο άκρο, εάν ο φόβος μήπως αποκτήσουν κορίτσια αποθάρρυνε τους γονείς από το ν’ αποκτήσουν και άλλα παιδιά. Αυτές οι επιπτώσεις μπορεί να είναι σημαντικές, αλλά στην ακόλουθη συζήτηση τις αγνοώ και επικεντρώνομαι στις επιπτώσεις ενός μικρότερου αριθμού θηλυκών μωρών σε σχέση με τα αρσενικά μωρά σε σύγκριση με την φυσιολογική βιολογική αναλογία αγοριών-κοριτσιών, η οποία είναι ελάχιστα μεγαλύτερη του 50-50.
Θα περίμενε κανείς πως οι γονείς που προχωρούν σε άμβλωση των εμβρύων με το μη επιθυμητό φύλο, θα συμπεριφέρονταν καλύτερα στα παιδιά τους απ’ ό,τι θα έκαναν διαφορετικά, εφόσον τώρα είναι ικανοποιημένοι με το φύλο των παιδιών τους. Σε τέτοιες περιπτώσεις οι αμβλώσεις βάσει φύλου εναντίον κοριτσιών θα βελτίωναν αντί να χειροτέρευαν τη μέση συμπεριφορά απέναντι στα κορίτσια, εφόσον οι γονείς θα ήταν ευτυχέστεροι με τα κορίτσια που έχουν, απ’ ό,τι θα ήταν αν είχαν κορίτσια που δεν θα ήθελαν πραγματικά. Δεν αποτελεί έκπληξη, για παράδειγμα, το ότι στην Κίνα τα ορφανοτροφεία έχουν κατά κύριο λόγο κορίτσια (και ορισμένα αγόρια με αναπηρίες), δεδομένης της προτίμησης υπέρ των αγοριών στην παραδοσιακή, κινέζικη κουλτούρα.
Ποια είναι όμως τα συνολικά αποτελέσματα μέσα σε μια κοινωνία που διαστρεβλώνει την αναλογία ανάμεσα στα φύλα από τη γέννηση προς προς όφελος των αγοριών; Τα λιγότερα κορίτσια που γεννιούνται θα έχουν προφανώς μια καλύτερη ζωή, αφού θα λαμβάνουν καλύτερη μόρφωση και καλύτερη εν γένει αντιμετώπιση από τους γονείς που θα τα θέλουν. Αυτό μπορεί να ενισχυθεί αν το αποτέλεσμα των αμβλώσεων βάσει φύλου θα είναι η μείωση του συνολικού ποσοστού των γεννήσεων, εφόσον έχει σαφώς στοιχειοθετηθεί ότι οι οικογένειες που έχουν λιγότερα παιδιά επενδύουν περισσότερα για το καθένα απ’ αυτά, κορίτσια ή αγόρια.
Καθώς τα παιδιά γίνονται ενήλικες και μέσα στις ίδιες ομάδες ανθρώπων της αυτής ηλικίας υπάρχει μεγάλο ποσοστό αγοριών, το πλεονέκτημα των κοριτσιών και γυναικών αυξάνεται, καθώς αυτές είναι πιο σπάνιες. Υποστηρίζεται πως οι νεαρές γυναίκες στην Κίνα είναι ήδη πολύτιμες ως σύντροφοι, επειδή η ισχυρή επιλογή βάσει φύλου λαμβάνει χώρα ήδη απ’ όταν εισήχθη η πολιτική του ενός παιδιού στις αρχές της δεκαετίας του 1980. Πριν την εξάπλωση των υπερηχογραφικών μεθόδων, η επιλογή βάσει φύλου είχε σαν αποτέλεσμα να στέλνουν τα κορίτσια στα ορφανοτροφεία, να τα αμελούν και σε ορισμένες περιπτώσεις μέχρι και με το να διαπράττουν βρεφοκτονία στα θηλυκά βρέφη.
Ασφαλώς, αν η αξία των κοριτσιών ως σύζυγοι, ερωτικοί σύντροφοι, ή άλλες ιδιότητες, αυξάνεται επειδή είναι πιο δυσεύρετες, τότε η αξία των αγοριών ως σύζυγοι και σύντροφοι τείνει να πέσει. Παρόλα αυτά, δεν είναι προφανές γιατί κάτι τέτοιο θα πρέπει να είναι αιτία εισαγωγής πολιτικών που αποτρέπουν τις τεχνικές επιλογής φύλου, εκτός αν τα συμφέροντα των ανδρών κινητοποιούν αυτές τις πολιτικές. Για να χρησιμοποιήσω μια αναλογία, σε μια οικονομία μια μετατόπιση της ζήτησης προς τις υπηρεσίες και μακριά από την βιομηχανία, εξαιτίας μιας μεταβολής της «προτίμησης» προς τις υπηρεσίες -όπως έχει συμβεί στις Η.Π.Α. και σε άλλες πλούσιες χώρες-, ευνοεί τις γυναίκες συγκριτικά με τους άνδρες, καθώς είναι πιο πιθανό οι γυναίκες να εργαστούν σε υπηρεσίες απ’ ότι οι άνδρες. Όμως κανείς δεν θα ισχυριζόταν πως η κοινωνία θα πρέπει να αποτρέψει τέτοιου είδους προτιμήσεις, επειδή (εμμέσως) βοηθούν το ένα φύλο από το άλλο.
Ο σπουδαίος στατιστικολόγος και βιολόγος, R. A. Fisher, χρησιμοποίησε μια περίφημη βιολογική ανάλυση για να εξηγήσει γιατί η αναλογία των φύλων παραμένει κοντά στο 50-50 στα μη ανθρώπινα είδη. Μια οικονομική ανάλυση που βασίζεται στα κίνητρα δίνει παρόμοια αποτελέσματα με αυτά τoυ Fisher. Μια βελτίωση της θέσης των γυναικών εξαιτίας της πτώσης του αριθμού των κοριτσιών σε σχέση με αυτού των αγοριών οδηγεί σε κάποια διόρθωση σε σχέση με την αναλογία των φύλων, καθώς οι γονεϊκές επιλογές ανταποκρίνονται μακροπρόθεσμα σε μια πιο πλεονεκτική θέση υπέρ των κοριτσιών. Εάν οι γυναίκες έχουν μεγαλύτερη ζήτηση ως σύζυγοι και όταν η παρουσία τους είναι περιορισμένη στην οικονομική ζωή, ορισμένοι γονείς θα αποφασίσουν πως το να έχουν κορίτσια έχει πλεονεκτήματα, πιθανότατα καθώς θα λαμβάνουν σημαντικά ποσά από τον γαμπρό ως αντίτιμο, όταν οι κόρες τους παντρεύονται. Αυτό θα μετατοπίσει τις «προτιμήσεις» προς την απόκτηση κοριτσιών. Το μακροπρόθεσμο αποτέλεσμα δεν θα είναι απαραίτητα το φυσιολογικό, βιολογικό ποσοστό των λίγο περισσότερων γεννήσεων αγοριών, απ’ ότι κοριτσιών, αλλά θα είναι εγγύτερα σε αυτό το ποσοστό, απ’ ότι τα σημερινά ποσοστά σε κάποιες ασιατικές χώρες.
Επιλογή Φύλου -Σχόλιο του Richard Posner
Δεν έχω πολλά να προσθέσω στην πειστική εξέταση του ζητήματος από τον Becker. Ένα άξιο παρατήρησης μικρό σχόλιο, παρόλα αυτά, είναι μια νέα τεχνολογία για την επιλογή φύλου, η οποία περιγράφεται σε ένα ενδιαφέρον άρθρο της Denise Grady στην εφημερίδα New York Times της 6ης Φεβρουαρίου 2007. Ονομάζεται «διαλογή σπέρματος» («sperm sorting») και δίνει τη δυνατότητα σε αρσενικά ή θηλυκά σπερματοζωάρια να μπορούν να συγκεντρωθούν στο σπέρμα, μεταβάλλοντας σημαντικά τις πιθανότητες προς όφελος της σύλληψης ενός παιδιού του ενός φύλου αντί του άλλου. Το κόστος κυμαίνεται μόλις μεταξύ $4.000 με $6.000 που είναι πολύ λιγότερο απ’ ότι είναι για την in vitro γονιμοποίηση, αφού το «εμπλουτισμένο» σπέρμα μπορεί απλά να γονιμοποιηθεί μέσα στη γυναίκα, αντί να χρειαστεί in vitro γονιμοποίηση. Η επιλογή φύλου μέσω της διαλογής σπέρματος μπορεί μάλιστα να αποβεί φθηνότερη από την κατευθυνόμενη από το υπερηχογράφημα άμβλωση, τη συμβατική μέθοδο. Αν είναι έτσι και τελικά υπερισχύσει αυτή η τεχνολογία, η ηθική της επιλογής φύλου θα αποχωριστεί από την ηθική των αμβλώσεων που προκαλείται από την επιλογή του φύλου.
Τα βασικά επιχειρήματα του Becker, (συμφωνώ και με τα δύο), είναι ότι πρώτον η επιλογή φύλου από αμερικανικά ζευγάρια είναι απίθανο να έχει σαν αποτέλεσμα μια ανισορροπία στην αναλογία μεταξύ των φύλων. Και ότι δεύτερον, σε χώρες όπως η Κίνα και η Ινδία, όπου υπάρχει μια ισχυρή προτίμηση υπέρ αρσενικών απογόνων, εάν επιτραπεί η επιλογή βάσει φύλου, θα συμπεριφέρονται καλύτερα στα κορίτσια, αφού θα είναι λιγότερα τα κορίτσια που θα γεννιούνται από ζευγάρια που δεν τα επιθυμούν. Φυσικά, από τη στιγμή που θα υπάρχουν γενικά λιγότερα κορίτσια, το καθαρό αποτέλεσμα στη συνολική γυναικεία ωφελιμότητα είναι ασαφές: τα λιγότερα κορίτσια μειώνουν την συνολική ωφελιμότητα, αλλά τα ευτυχέστερα την αυξάνουν. Εφόσον το καθαρό αποτέλεσμα είναι αβέβαιο, οι φεμινίστριες πολέμιοι της επιλογής φύλου θα πρέπει να εξετάσουν κατά πόσο, εάν γεννιούνται ανεπιθύμητα κορίτσια, υπάρχουν εφικτές μέθοδοι για τη βελτίωση της συμπεριφοράς απέναντί τους, ώστε αν απαγορευτεί η επιλογή φύλου (εάν υποθέσουμε πως αυτό είναι εφικτό – ο Becker πιστεύει ότι δεν είναι), θα μπορέσει να υπάρξει εύλογη πεποίθηση πως η καθαρή γυναικεία ωφελιμότητα θα αυξηθεί αντί να μειωθεί.
Θα συμφωνήσω επίσης με τον Becker στο ότι υπάρχει μία τάση επιλογής με ιδιοτελή κριτήρια, αφού καθώς το ποσοστό των κοριτσιών και των γυναικών μειώνεται, η ζήτηση των ανδρών γι’ αυτές αυξάνεται και παρατηρώντας αυτό τα ζευγάρια θα τείνουν να μεταβάλουν τις αναπαραγωγικές τους επιλογές υπέρ των κοριτσιών. Εφόσον δεν υπάρχει κάποιος λόγος γιατί θα πρέπει αυτή η τάση να υπερνικήσει την προτίμηση υπέρ των αγοριών, μια ανισορροπία μεταξύ των φύλων θα διατηρείται επ’ αόριστον. Όμως αυτό είναι απίθανο στις ταχέως αναπτυσσόμενες χώρες, όπως είναι η Κίνα και η Ινδία. Μια έντονη προτίμηση για παιδιά αρσενικού φύλου τείνει να εντοπίζεται σε κοινωνίες, όπου υπάρχει σημαντική αγροκαλλιέργεια αυτοκατανάλωσης1, αδύναμο σύστημα κοινωνικής ασφάλισης και πίστη στην ιδιωτική βία (όπως σε κουλτούρες εκδίκησης), για την προστασία προσωπικών και ιδιοκτησιακών δικαιωμάτων. Όλοι αυτοί οι παράγοντες αυξάνουν τη ζήτηση για αρσενικά παιδιά. Καθώς αυτές οι συνθήκες (οι δύο πρώτες από τις οποίες είναι σημαντικές σε Κίνα και Ινδία, ενώ και οι τρεις είναι σημαντικές στο Ιράκ, για παράδειγμα) μεταβάλλονται, επέρχεται αλλαγή στην προτίμηση, όπως παρατηρούμε στις πλούσιες κοινωνίες της Ευρώπης και της Βορείου Αμερικής, όπου δεν υφίσταται πλέον μια καθαρή προτίμηση για την απόκτηση αρσενικών αντί θηλυκών παιδιών.
Κατά τα φαινόμενα η επιλογή φύλου είναι στην πραγματικότητα πιο συνηθισμένη στις αστικές περιοχές απ’ ότι στις αγροτικές περιοχές της Ινδίας. Ο λόγος, όπως όμως φαίνεται, είναι ότι η πρόσβαση στους υπέρηχους για τον εντοπισμό του φύλου του εμβρύου και στις αμβλώσεις είναι μεγαλύτερη στις πόλεις και η διάδοσή τους θα επηρεάσει ριζικά την επιλογή φύλου και στις αγροτικές περιοχές. Επιπλέον, οι αστοί Ινδοί μπορεί να προτιμούν αγόρια εξαιτίας μιας καθυστέρησης στην προσαρμογή των παραδοσιακών αξιών στις αστικές συνθήκες.
Η σταδιακή μετάβαση σε μια αναλογία της τάξης του 50-50, ακόμη κ αν είναι αναπόφευκτη, είναι πιθανό να πάρει καιρό μέχρι να συντελεστεί. Ας υποθέσουμε ότι σε ένα χρονικό σημείο 1 υπάρχει ένας υπερβολικά μεγάλος αριθμός γεννήσεων αρσενικών παιδιών, ενώ θ’ ακολουθήσει ένα χρονικό σημείο 2 κατά το οποίο θα γίνει αντιληπτό ότι τα κορίτσια έχουν μεγαλύτερη αξία σε σχέση με την πεποίθηση που υπήρχε κατά το χρονικό σημείο 1. Πιθανώς να μεσολαβεί μεταξύ των χρονικών σημείων 1 και 2 ένα διάστημα 20 ή 30 χρόνων (ή και περισσότερο, αν υπάρξει μια «καθυστέρηση αξιών», όπως υπέδειξα νωρίτερα) και έτσι θα υπάρξει τουλάχιστον μία ολόκληρη γενιά ενηλίκων, κατά την οποία η αναλογία μεταξύ των φύλων θα έχει γείρει υπέρ των αγοριών. Πρέπει οι χώρες που αντιμετωπίζουν μία τέτοια ανισορροπία να ανησυχήσουν τόσο ώστε να λάβουν μέτρα εναντίον αυτού του φαινομένου; Έχουμε ένα φυσικό πείραμα, το οποίο μπορεί να μας βοηθήσει να απαντήσουμε στο ερώτημα, στις κοινωνίες που επιτρέπουν την πολυγαμία. Η συνέπεια της πολυγαμίας (στην πραγματικότητα πολυγυνία -πολλές σύζυγοι- καθώς η πολυανδρία είναι ουσιαστικά άγνωστη) είναι η αύξηση της πρακτικής αναλογίας μεταξύ ανδρών και γυναικών, αφού ένας αριθμός γυναικών απομακρύνεται από τη διαθέσιμη στους μη πολυγαμικούς άνδρες δεξαμενή. Σε μια κοινωνία όπου υπάρχουν 100 άνδρες και 100 γυναίκες, αλλά οι 10 από αυτές τις γυναίκες είναι παντρεμένες με έναν από αυτούς τους άνδρες, η φυλετική αναλογία ανδρών-γυναικών στο υπόλοιπο της κοινωνίας, είναι 99 προς 90. Το επακόλουθο είναι η αύξηση της μέσης ηλικίας γάμου για τους άνδρες και η μείωση αυτής για τις γυναίκες, η μείωση του ποσοστού των παντρεμένων ανδρών και η αύξηση του ποσοστού των παντρεμένων γυναικών, η μείωση της ακολασίας μέσω της αύξησης της διαπραγματευτικής δύναμης των γυναικών, και πιθανώς η αύξηση της αποδημίας των ανδρών και της μετανάστευσης των γυναικών. Καμία από αυτές τις συνέπειες δεν φαίνεται πως μπορεί να βλάψει σοβαρά την κοινωνία σαν σύνολο.
Σε αντιδιαστολή, έρευνα που παρουσιάζω στο βιβλίο μου «Φύλο και Λογική» (“Sex and Reason”) βρίσκει ότι η χαμηλή πρακτική αναλογία ανδρών-γυναικών στον μαύρο πληθυσμό των Η.Π.Α. (εξαιτίας κυρίως των υπέρμετρα υψηλών ποσοστών φυλάκισης και ανθρωποκτονιών στους νεαρούς, μαύρους άνδρες) ενθαρρύνει την ακολασία, επειδή υπάρχει περισσότερος ανταγωνισμός ανάμεσα στις γυναίκες για τους άνδρες και μειώνει τα ποσοστά των γάμων και της σύστασης οικογενειών.
Εν ολίγοις, η επιλογή φύλου, τουλάχιστον στην περίπτωση της προτίμησης του αρσενικού φύλου, δεν φαίνεται να έχει αρνητικές εξωτερικές επιπτώσεις. Προφανώς προσφέρει καθαρά προσωπικά οφέλη (όπως και άλλες επιλογές που ικανοποιούν τις προτιμήσεις μας), ειδάλλως δεν θα εξασκούταν. (Δεν υπάρχουν εξωτερικές επιπτώσεις σε κοινωνίες, όπως αυτή των Ηνωμένων Πολιτειών, όπου η επιλογή φύλου είναι απροκατάληπτη). Το ζήτημα της απαγόρευσής της είναι λοιπόν μη πειστικό (τουλάχιστον στις περιπτώσεις που η επιλογή φύλου δεν πραγματοποιείται μέσω αμβλώσεων, για τις οποίες υπάρχουν άλλου είδους ενστάσεις), εκτός και αν μπορεί να δειχθεί ότι δημιουργεί μια καθαρή μείωση της γυναικείας ευημερίας.
——————————————————————————————
*To κείμενο αναδημοσιεύεται με την ευγενική άδεια των συγγραφέων.
Η μετάφραση των πρωτότυπων, για λογαριασμό του e-Rooster, έγινε από την Κλειώ Νικολοπούλου υπό την επιμέλεια του Αριστείδη Χατζή.
Σημειώσεις:
σ.τ.μ. η αγροκαλλιέργεια αυτοκατανάλωσης είναι μία μέθοδος φυτοκομίας (horticulture) στην οποία μία περιορισμένη έκταση γης παράγει επαρκές φαγητό μόλις για να θρέψει την οικογένεια που την καλλιεργεί. Ο όρος συνήθως αναφέρεται σε φάρμες, οι οποίες αρκούν για να θρέψουν μια οικογένεια, αλλά δεν επαρκούν έτσι ώστε να μπορέσει η οικογένεια να εμπορευθεί τα προϊόντα της στην αγορά. Εντοπίζεται σε περιοχές, όπου υπάρχει υπερπληθυσμός, φτώχεια και έλλειψη αρκετών μέσων βιοπορισμού
Πηγή:http://e-rooster.gr
Στην Κίνα του 2005, 118 αγόρια αντιστοιχούσαν σε κάθε 100 κορίτσια που γεννιόνταν. Αυτή η αναλογία είναι μακράν μεγαλύτερη της φυσιολογικής, βιολογικής αναλογίας των περίπου 106 αγοριών για κάθε 100 κορίτσια. Αυτή η ανομοιότητα των φύλων στην Κίνα έχει προέλθει από έναν συνδυασμό χαμηλών ποσοστών γέννησης, της προτίμησης υπέρ των αγοριών που κυριαρχεί στην Κίνα, δεδομένου ότι οι γονείς μπορούν να έχουν μόλις ένα ή δύο παιδιά, και της διάδοσης του υπερηχογραφήματος μέσα στη χώρα που επιτρέπει την αναγνώριση του φύλου των εμβρύων και την άμβλωσή τους στην περίπτωση που δεν αρέσει το φύλο στους γονείς. Αντίστοιχες τάσεις έχουν αναδυθεί επίσης στην Ινδία και τη Νότιο Κορέα.
Περισσότερο σύνθετες και ακριβές μέθοδοι επιτρέπουν στους γονείς να αυξήσουν τις πιθανότητες απόκτησης ενός αρσενικού μωρού, ακόμα και πριν η γυναίκα μείνει έγκυος. Η μέθοδος που θεωρείται ως η πιο αξιόπιστη είναι αυτή που περιλαμβάνει in vitro γονιμοποίηση, φάρμακα που διεγείρουν τις ωοθήκες της μητέρας, εγχειρίσεις και άλλες μεθόδους. Το συνολικό κόστος μπορεί να υπερβεί και τα 20.000$, έτσι προφανώς αυτή η μέθοδος είναι διαθέσιμη μόνο στους πλούσιους.
Υπάρχουν καλοί λόγοι που μπορούν να προβληθούν ως ένσταση κατά της επιλογής του φύλου, είτε αυτή τελείται μέσω της άμβλωσης, είτε μέσω πιο εκλεπτυσμένων μεθόδων; Την 1η Φεβρουαρίου η Επιτροπή Δεοντολογίας του Αμερικανικού Κολεγίου Μαιευτήρων και Γυναικολόγων (ACOG) εξέδωσε μια διακήρυξη, στην οποία αντιδρά θεωρώντας ότι είναι ανήθικο εκ μέρους των γιατρών να συμμετέχουν στην επιλογή φύλου που γίνεται από γονείς, και δεν βασίζεται σε εν δυνάμει γενετικές ανωμαλίες που συνδέονται με το φύλο, αλλά αποκλειστικά στην στάθμιση από την οικογένεια των προσωπικών της προτιμήσεων. Αυτή η θέση σε σχέση με την ηθική της επιλογής φύλου έβρισκε εφαρμογή «ανεξαρτήτως του χρονικού σημείου της επιλογής (π.χ. προ της σύλληψης ή μετά την σύλληψη), ή του σταδίου ανάπτυξης του εμβρύου ή του κυήματος».
Μια τέτοια θέση φαντάζει περίεργη αν λάβουμε υπόψη τη γενική υποστήριξη από γιατρούς και το Ανώτατο Δικαστήριο του δικαιώματος στην άμβλωση. Οι αμβλώσεις γίνονται από γονείς για την ικανοποίηση «αποκλειστικά» των προσωπικών τους προτιμήσεων σε σχέση με τη χρονική συγκυρία της απόκτησης παιδιών ή με τον αριθμό των παιδιών. Τι διαφοροποιεί τόσο πολύ τις αμβλώσεις που γίνονται βάσει της επιλογής φύλου ώστε να οδηγήσει την ACOG (με τα περισσότερα από 51.000 μέλη της να παρέχουν ιατρική περίθαλψη σε γυναίκες που κάνουν άμβλωση) στο να αντιταχτεί στις αμβλώσεις για την ικανοποίηση των γονεϊκών επιθυμιών υπέρ περισσότερων αγοριών ή κοριτσιών, τη στιγμή που υποστηρίζει το γενικότερο δικαίωμα στην άμβλωση; Η ACOG προσπαθεί να δώσει μία απάντηση, υποστηρίζοντας πως η επιλογή του φύλου μέσω οποιασδήποτε μεθόδου, ενδέχεται «τελικώς να υποστηρίξει σεξιστικές πρακτικές».
Δεν είναι ξεκάθαρο τι ακριβώς εννοεί η ACOG ως σεξιστικές πρακτικές, πάντως όλα τα στοιχεία σχετικά με τις προτιμήσεις πάνω στο φύλο στις Η.Π.Α. και σε άλλες πλούσιες χώρες δείχνουν μια έντονη επιθυμία για ποικιλία-αγόρια και κορίτσια-, αντί για μια ισχυρή προτίμηση υπέρ του ενός από τα δύο φύλα. Επομένως οι αμβλώσεις βάσει του φύλου σε αυτές τις χώρες είναι απίθανο να έχουν ιδιαίτερες συνέπειες πάνω στη συνολική αναλογία των δύο φύλων, παρόλο που θα μπορούσε να επηρεάσει την κατανομή αγοριών και κοριτσιών σε διαφορετικές οικογένειες.
Εστιάζω το υπόλοιπο της ανάλυσής μου στους υπαινιγμούς σχετικά με αμβλώσεις βάσει φύλου στις χώρες, όπου εγείρεται το ζήτημα του αριθμού των αγοριών σε σχέση με αυτού των κοριτσιών. Η Κίνα, η Νότιος Κορέα και άλλες χώρες έχουν προσπαθήσει να θέσουν σε εφαρμογή ελέγχους πάνω στην επιλογή φύλου, καθιστώντας παράνομη τη χρήση υπερηχογραφικών μεθόδων για την επιλογή του φύλου των παιδιών. Παρόλα αυτά είναι πάρα πολύ δύσκολο να εφαρμοστούν αυτές οι ρυθμίσεις, καθώς οι γιατροί μπορεί να λένε «συγχαρητήρια» όταν ένας υπέρηχος αποκαλύψει αγόρι και να παραμένουν σιωπηλοί όταν το κυοφορούμενο είναι κορίτσι.
Η άμβλωση θηλυκών εμβρύων θα μπορούσε να μειώσει το μέσο μέγεθος οικογενειών, εάν οι γονείς που προτιμούν αγόρια καταλήγουν με μεγαλύτερες οικογένειες απ’ ό,τι επιθυμούν, επειδή δεν μπορούν να ελέγξουν το φύλο των παιδιών τους. Οι επιπτώσεις στο μέγεθος των οικογενειών θα μπορούσαν πάντως να καταλήξουν στο άλλο άκρο, εάν ο φόβος μήπως αποκτήσουν κορίτσια αποθάρρυνε τους γονείς από το ν’ αποκτήσουν και άλλα παιδιά. Αυτές οι επιπτώσεις μπορεί να είναι σημαντικές, αλλά στην ακόλουθη συζήτηση τις αγνοώ και επικεντρώνομαι στις επιπτώσεις ενός μικρότερου αριθμού θηλυκών μωρών σε σχέση με τα αρσενικά μωρά σε σύγκριση με την φυσιολογική βιολογική αναλογία αγοριών-κοριτσιών, η οποία είναι ελάχιστα μεγαλύτερη του 50-50.
Θα περίμενε κανείς πως οι γονείς που προχωρούν σε άμβλωση των εμβρύων με το μη επιθυμητό φύλο, θα συμπεριφέρονταν καλύτερα στα παιδιά τους απ’ ό,τι θα έκαναν διαφορετικά, εφόσον τώρα είναι ικανοποιημένοι με το φύλο των παιδιών τους. Σε τέτοιες περιπτώσεις οι αμβλώσεις βάσει φύλου εναντίον κοριτσιών θα βελτίωναν αντί να χειροτέρευαν τη μέση συμπεριφορά απέναντι στα κορίτσια, εφόσον οι γονείς θα ήταν ευτυχέστεροι με τα κορίτσια που έχουν, απ’ ό,τι θα ήταν αν είχαν κορίτσια που δεν θα ήθελαν πραγματικά. Δεν αποτελεί έκπληξη, για παράδειγμα, το ότι στην Κίνα τα ορφανοτροφεία έχουν κατά κύριο λόγο κορίτσια (και ορισμένα αγόρια με αναπηρίες), δεδομένης της προτίμησης υπέρ των αγοριών στην παραδοσιακή, κινέζικη κουλτούρα.
Ποια είναι όμως τα συνολικά αποτελέσματα μέσα σε μια κοινωνία που διαστρεβλώνει την αναλογία ανάμεσα στα φύλα από τη γέννηση προς προς όφελος των αγοριών; Τα λιγότερα κορίτσια που γεννιούνται θα έχουν προφανώς μια καλύτερη ζωή, αφού θα λαμβάνουν καλύτερη μόρφωση και καλύτερη εν γένει αντιμετώπιση από τους γονείς που θα τα θέλουν. Αυτό μπορεί να ενισχυθεί αν το αποτέλεσμα των αμβλώσεων βάσει φύλου θα είναι η μείωση του συνολικού ποσοστού των γεννήσεων, εφόσον έχει σαφώς στοιχειοθετηθεί ότι οι οικογένειες που έχουν λιγότερα παιδιά επενδύουν περισσότερα για το καθένα απ’ αυτά, κορίτσια ή αγόρια.
Καθώς τα παιδιά γίνονται ενήλικες και μέσα στις ίδιες ομάδες ανθρώπων της αυτής ηλικίας υπάρχει μεγάλο ποσοστό αγοριών, το πλεονέκτημα των κοριτσιών και γυναικών αυξάνεται, καθώς αυτές είναι πιο σπάνιες. Υποστηρίζεται πως οι νεαρές γυναίκες στην Κίνα είναι ήδη πολύτιμες ως σύντροφοι, επειδή η ισχυρή επιλογή βάσει φύλου λαμβάνει χώρα ήδη απ’ όταν εισήχθη η πολιτική του ενός παιδιού στις αρχές της δεκαετίας του 1980. Πριν την εξάπλωση των υπερηχογραφικών μεθόδων, η επιλογή βάσει φύλου είχε σαν αποτέλεσμα να στέλνουν τα κορίτσια στα ορφανοτροφεία, να τα αμελούν και σε ορισμένες περιπτώσεις μέχρι και με το να διαπράττουν βρεφοκτονία στα θηλυκά βρέφη.
Ασφαλώς, αν η αξία των κοριτσιών ως σύζυγοι, ερωτικοί σύντροφοι, ή άλλες ιδιότητες, αυξάνεται επειδή είναι πιο δυσεύρετες, τότε η αξία των αγοριών ως σύζυγοι και σύντροφοι τείνει να πέσει. Παρόλα αυτά, δεν είναι προφανές γιατί κάτι τέτοιο θα πρέπει να είναι αιτία εισαγωγής πολιτικών που αποτρέπουν τις τεχνικές επιλογής φύλου, εκτός αν τα συμφέροντα των ανδρών κινητοποιούν αυτές τις πολιτικές. Για να χρησιμοποιήσω μια αναλογία, σε μια οικονομία μια μετατόπιση της ζήτησης προς τις υπηρεσίες και μακριά από την βιομηχανία, εξαιτίας μιας μεταβολής της «προτίμησης» προς τις υπηρεσίες -όπως έχει συμβεί στις Η.Π.Α. και σε άλλες πλούσιες χώρες-, ευνοεί τις γυναίκες συγκριτικά με τους άνδρες, καθώς είναι πιο πιθανό οι γυναίκες να εργαστούν σε υπηρεσίες απ’ ότι οι άνδρες. Όμως κανείς δεν θα ισχυριζόταν πως η κοινωνία θα πρέπει να αποτρέψει τέτοιου είδους προτιμήσεις, επειδή (εμμέσως) βοηθούν το ένα φύλο από το άλλο.
Ο σπουδαίος στατιστικολόγος και βιολόγος, R. A. Fisher, χρησιμοποίησε μια περίφημη βιολογική ανάλυση για να εξηγήσει γιατί η αναλογία των φύλων παραμένει κοντά στο 50-50 στα μη ανθρώπινα είδη. Μια οικονομική ανάλυση που βασίζεται στα κίνητρα δίνει παρόμοια αποτελέσματα με αυτά τoυ Fisher. Μια βελτίωση της θέσης των γυναικών εξαιτίας της πτώσης του αριθμού των κοριτσιών σε σχέση με αυτού των αγοριών οδηγεί σε κάποια διόρθωση σε σχέση με την αναλογία των φύλων, καθώς οι γονεϊκές επιλογές ανταποκρίνονται μακροπρόθεσμα σε μια πιο πλεονεκτική θέση υπέρ των κοριτσιών. Εάν οι γυναίκες έχουν μεγαλύτερη ζήτηση ως σύζυγοι και όταν η παρουσία τους είναι περιορισμένη στην οικονομική ζωή, ορισμένοι γονείς θα αποφασίσουν πως το να έχουν κορίτσια έχει πλεονεκτήματα, πιθανότατα καθώς θα λαμβάνουν σημαντικά ποσά από τον γαμπρό ως αντίτιμο, όταν οι κόρες τους παντρεύονται. Αυτό θα μετατοπίσει τις «προτιμήσεις» προς την απόκτηση κοριτσιών. Το μακροπρόθεσμο αποτέλεσμα δεν θα είναι απαραίτητα το φυσιολογικό, βιολογικό ποσοστό των λίγο περισσότερων γεννήσεων αγοριών, απ’ ότι κοριτσιών, αλλά θα είναι εγγύτερα σε αυτό το ποσοστό, απ’ ότι τα σημερινά ποσοστά σε κάποιες ασιατικές χώρες.
Επιλογή Φύλου -Σχόλιο του Richard Posner
Δεν έχω πολλά να προσθέσω στην πειστική εξέταση του ζητήματος από τον Becker. Ένα άξιο παρατήρησης μικρό σχόλιο, παρόλα αυτά, είναι μια νέα τεχνολογία για την επιλογή φύλου, η οποία περιγράφεται σε ένα ενδιαφέρον άρθρο της Denise Grady στην εφημερίδα New York Times της 6ης Φεβρουαρίου 2007. Ονομάζεται «διαλογή σπέρματος» («sperm sorting») και δίνει τη δυνατότητα σε αρσενικά ή θηλυκά σπερματοζωάρια να μπορούν να συγκεντρωθούν στο σπέρμα, μεταβάλλοντας σημαντικά τις πιθανότητες προς όφελος της σύλληψης ενός παιδιού του ενός φύλου αντί του άλλου. Το κόστος κυμαίνεται μόλις μεταξύ $4.000 με $6.000 που είναι πολύ λιγότερο απ’ ότι είναι για την in vitro γονιμοποίηση, αφού το «εμπλουτισμένο» σπέρμα μπορεί απλά να γονιμοποιηθεί μέσα στη γυναίκα, αντί να χρειαστεί in vitro γονιμοποίηση. Η επιλογή φύλου μέσω της διαλογής σπέρματος μπορεί μάλιστα να αποβεί φθηνότερη από την κατευθυνόμενη από το υπερηχογράφημα άμβλωση, τη συμβατική μέθοδο. Αν είναι έτσι και τελικά υπερισχύσει αυτή η τεχνολογία, η ηθική της επιλογής φύλου θα αποχωριστεί από την ηθική των αμβλώσεων που προκαλείται από την επιλογή του φύλου.
Τα βασικά επιχειρήματα του Becker, (συμφωνώ και με τα δύο), είναι ότι πρώτον η επιλογή φύλου από αμερικανικά ζευγάρια είναι απίθανο να έχει σαν αποτέλεσμα μια ανισορροπία στην αναλογία μεταξύ των φύλων. Και ότι δεύτερον, σε χώρες όπως η Κίνα και η Ινδία, όπου υπάρχει μια ισχυρή προτίμηση υπέρ αρσενικών απογόνων, εάν επιτραπεί η επιλογή βάσει φύλου, θα συμπεριφέρονται καλύτερα στα κορίτσια, αφού θα είναι λιγότερα τα κορίτσια που θα γεννιούνται από ζευγάρια που δεν τα επιθυμούν. Φυσικά, από τη στιγμή που θα υπάρχουν γενικά λιγότερα κορίτσια, το καθαρό αποτέλεσμα στη συνολική γυναικεία ωφελιμότητα είναι ασαφές: τα λιγότερα κορίτσια μειώνουν την συνολική ωφελιμότητα, αλλά τα ευτυχέστερα την αυξάνουν. Εφόσον το καθαρό αποτέλεσμα είναι αβέβαιο, οι φεμινίστριες πολέμιοι της επιλογής φύλου θα πρέπει να εξετάσουν κατά πόσο, εάν γεννιούνται ανεπιθύμητα κορίτσια, υπάρχουν εφικτές μέθοδοι για τη βελτίωση της συμπεριφοράς απέναντί τους, ώστε αν απαγορευτεί η επιλογή φύλου (εάν υποθέσουμε πως αυτό είναι εφικτό – ο Becker πιστεύει ότι δεν είναι), θα μπορέσει να υπάρξει εύλογη πεποίθηση πως η καθαρή γυναικεία ωφελιμότητα θα αυξηθεί αντί να μειωθεί.
Θα συμφωνήσω επίσης με τον Becker στο ότι υπάρχει μία τάση επιλογής με ιδιοτελή κριτήρια, αφού καθώς το ποσοστό των κοριτσιών και των γυναικών μειώνεται, η ζήτηση των ανδρών γι’ αυτές αυξάνεται και παρατηρώντας αυτό τα ζευγάρια θα τείνουν να μεταβάλουν τις αναπαραγωγικές τους επιλογές υπέρ των κοριτσιών. Εφόσον δεν υπάρχει κάποιος λόγος γιατί θα πρέπει αυτή η τάση να υπερνικήσει την προτίμηση υπέρ των αγοριών, μια ανισορροπία μεταξύ των φύλων θα διατηρείται επ’ αόριστον. Όμως αυτό είναι απίθανο στις ταχέως αναπτυσσόμενες χώρες, όπως είναι η Κίνα και η Ινδία. Μια έντονη προτίμηση για παιδιά αρσενικού φύλου τείνει να εντοπίζεται σε κοινωνίες, όπου υπάρχει σημαντική αγροκαλλιέργεια αυτοκατανάλωσης1, αδύναμο σύστημα κοινωνικής ασφάλισης και πίστη στην ιδιωτική βία (όπως σε κουλτούρες εκδίκησης), για την προστασία προσωπικών και ιδιοκτησιακών δικαιωμάτων. Όλοι αυτοί οι παράγοντες αυξάνουν τη ζήτηση για αρσενικά παιδιά. Καθώς αυτές οι συνθήκες (οι δύο πρώτες από τις οποίες είναι σημαντικές σε Κίνα και Ινδία, ενώ και οι τρεις είναι σημαντικές στο Ιράκ, για παράδειγμα) μεταβάλλονται, επέρχεται αλλαγή στην προτίμηση, όπως παρατηρούμε στις πλούσιες κοινωνίες της Ευρώπης και της Βορείου Αμερικής, όπου δεν υφίσταται πλέον μια καθαρή προτίμηση για την απόκτηση αρσενικών αντί θηλυκών παιδιών.
Κατά τα φαινόμενα η επιλογή φύλου είναι στην πραγματικότητα πιο συνηθισμένη στις αστικές περιοχές απ’ ότι στις αγροτικές περιοχές της Ινδίας. Ο λόγος, όπως όμως φαίνεται, είναι ότι η πρόσβαση στους υπέρηχους για τον εντοπισμό του φύλου του εμβρύου και στις αμβλώσεις είναι μεγαλύτερη στις πόλεις και η διάδοσή τους θα επηρεάσει ριζικά την επιλογή φύλου και στις αγροτικές περιοχές. Επιπλέον, οι αστοί Ινδοί μπορεί να προτιμούν αγόρια εξαιτίας μιας καθυστέρησης στην προσαρμογή των παραδοσιακών αξιών στις αστικές συνθήκες.
Η σταδιακή μετάβαση σε μια αναλογία της τάξης του 50-50, ακόμη κ αν είναι αναπόφευκτη, είναι πιθανό να πάρει καιρό μέχρι να συντελεστεί. Ας υποθέσουμε ότι σε ένα χρονικό σημείο 1 υπάρχει ένας υπερβολικά μεγάλος αριθμός γεννήσεων αρσενικών παιδιών, ενώ θ’ ακολουθήσει ένα χρονικό σημείο 2 κατά το οποίο θα γίνει αντιληπτό ότι τα κορίτσια έχουν μεγαλύτερη αξία σε σχέση με την πεποίθηση που υπήρχε κατά το χρονικό σημείο 1. Πιθανώς να μεσολαβεί μεταξύ των χρονικών σημείων 1 και 2 ένα διάστημα 20 ή 30 χρόνων (ή και περισσότερο, αν υπάρξει μια «καθυστέρηση αξιών», όπως υπέδειξα νωρίτερα) και έτσι θα υπάρξει τουλάχιστον μία ολόκληρη γενιά ενηλίκων, κατά την οποία η αναλογία μεταξύ των φύλων θα έχει γείρει υπέρ των αγοριών. Πρέπει οι χώρες που αντιμετωπίζουν μία τέτοια ανισορροπία να ανησυχήσουν τόσο ώστε να λάβουν μέτρα εναντίον αυτού του φαινομένου; Έχουμε ένα φυσικό πείραμα, το οποίο μπορεί να μας βοηθήσει να απαντήσουμε στο ερώτημα, στις κοινωνίες που επιτρέπουν την πολυγαμία. Η συνέπεια της πολυγαμίας (στην πραγματικότητα πολυγυνία -πολλές σύζυγοι- καθώς η πολυανδρία είναι ουσιαστικά άγνωστη) είναι η αύξηση της πρακτικής αναλογίας μεταξύ ανδρών και γυναικών, αφού ένας αριθμός γυναικών απομακρύνεται από τη διαθέσιμη στους μη πολυγαμικούς άνδρες δεξαμενή. Σε μια κοινωνία όπου υπάρχουν 100 άνδρες και 100 γυναίκες, αλλά οι 10 από αυτές τις γυναίκες είναι παντρεμένες με έναν από αυτούς τους άνδρες, η φυλετική αναλογία ανδρών-γυναικών στο υπόλοιπο της κοινωνίας, είναι 99 προς 90. Το επακόλουθο είναι η αύξηση της μέσης ηλικίας γάμου για τους άνδρες και η μείωση αυτής για τις γυναίκες, η μείωση του ποσοστού των παντρεμένων ανδρών και η αύξηση του ποσοστού των παντρεμένων γυναικών, η μείωση της ακολασίας μέσω της αύξησης της διαπραγματευτικής δύναμης των γυναικών, και πιθανώς η αύξηση της αποδημίας των ανδρών και της μετανάστευσης των γυναικών. Καμία από αυτές τις συνέπειες δεν φαίνεται πως μπορεί να βλάψει σοβαρά την κοινωνία σαν σύνολο.
Σε αντιδιαστολή, έρευνα που παρουσιάζω στο βιβλίο μου «Φύλο και Λογική» (“Sex and Reason”) βρίσκει ότι η χαμηλή πρακτική αναλογία ανδρών-γυναικών στον μαύρο πληθυσμό των Η.Π.Α. (εξαιτίας κυρίως των υπέρμετρα υψηλών ποσοστών φυλάκισης και ανθρωποκτονιών στους νεαρούς, μαύρους άνδρες) ενθαρρύνει την ακολασία, επειδή υπάρχει περισσότερος ανταγωνισμός ανάμεσα στις γυναίκες για τους άνδρες και μειώνει τα ποσοστά των γάμων και της σύστασης οικογενειών.
Εν ολίγοις, η επιλογή φύλου, τουλάχιστον στην περίπτωση της προτίμησης του αρσενικού φύλου, δεν φαίνεται να έχει αρνητικές εξωτερικές επιπτώσεις. Προφανώς προσφέρει καθαρά προσωπικά οφέλη (όπως και άλλες επιλογές που ικανοποιούν τις προτιμήσεις μας), ειδάλλως δεν θα εξασκούταν. (Δεν υπάρχουν εξωτερικές επιπτώσεις σε κοινωνίες, όπως αυτή των Ηνωμένων Πολιτειών, όπου η επιλογή φύλου είναι απροκατάληπτη). Το ζήτημα της απαγόρευσής της είναι λοιπόν μη πειστικό (τουλάχιστον στις περιπτώσεις που η επιλογή φύλου δεν πραγματοποιείται μέσω αμβλώσεων, για τις οποίες υπάρχουν άλλου είδους ενστάσεις), εκτός και αν μπορεί να δειχθεί ότι δημιουργεί μια καθαρή μείωση της γυναικείας ευημερίας.
——————————————————————————————
*To κείμενο αναδημοσιεύεται με την ευγενική άδεια των συγγραφέων.
Η μετάφραση των πρωτότυπων, για λογαριασμό του e-Rooster, έγινε από την Κλειώ Νικολοπούλου υπό την επιμέλεια του Αριστείδη Χατζή.
Σημειώσεις:
σ.τ.μ. η αγροκαλλιέργεια αυτοκατανάλωσης είναι μία μέθοδος φυτοκομίας (horticulture) στην οποία μία περιορισμένη έκταση γης παράγει επαρκές φαγητό μόλις για να θρέψει την οικογένεια που την καλλιεργεί. Ο όρος συνήθως αναφέρεται σε φάρμες, οι οποίες αρκούν για να θρέψουν μια οικογένεια, αλλά δεν επαρκούν έτσι ώστε να μπορέσει η οικογένεια να εμπορευθεί τα προϊόντα της στην αγορά. Εντοπίζεται σε περιοχές, όπου υπάρχει υπερπληθυσμός, φτώχεια και έλλειψη αρκετών μέσων βιοπορισμού
Πηγή:http://e-rooster.gr
Organic food is no more healthy or nutritious than other food
Organic food is no more healthy or nutritious than other food, watchdogs declared yesterday.
The Food Standards Agency's ruling, which follows the world's largest study into the subject, will be a huge blow to the booming organics business.
It will also dismay the millions of Britons who spend more than £2billion a year on fruit, vegetables, eggs and meats produced without the aid of pesticides, artificial fertilisers and intensive farming techniques.
They pay up to 10p a pint more for organic milk, while organically reared chickens can cost nearly three times as much as those from battery farms.
The analysis of 50 years of research into organic food was quickly rejected by the Soil Association, Britain's biggest certifier of organic foodstuffs.
Critics pointed out that the study ignored possible side-effects from pesticides and that organic farming may be better for the welfare of livestock.
But other bodies, including the British Nutrition Foundation, have long held the view organic products are no better for us than other foods.
Earlier this year, Delia Smith supported the sale of battery chickens and challenged the fashion for organic food.
She said that access to cheap chicken was crucial for poor families and pensioners and the taste of a product mattered more than its green credentials.
The latest study was carried out for the FSA by researchers at the London School of Hygiene & Tropical Medicine.
In the most comprehensive analysis of its kind, they trawled through more than 50,000 studies on the nutritional value of foods published since 1958.
Fifty-five met the researchers' criteria and were used in the comparison.
The work clearly showed organically and conventionally-produced foods to be comparable in their nutritional intake, including in vitamin C, calcium, iron and fatty acids.
It did find conventionally-produced fruit and veg had more nitrogen, while their organic counterparts had more phosphorus.
A similar pattern was found when comparing meat, eggs and dairy products. But the researchers said the differences were small and unimportant.
Dr Alan Dangour, a public health nutritionist and leading researcher, said: 'The shift in demand among consumers from conventionally to organically produced foodstuffs appears to have arisen at least in part from a belief that organically produced foodstuffs are healthier and have a superior nutrient profile.
A small number of differences in nutrient content were found to exist between organically and conventionally-produced crops and livestock but these are unlikely to be of any public health significance.
'Our review indicates that there is currently no evidence to support the selection of organically over conventionally produced foods on the basis of nutritional superiority.'
'This study does not mean that people should not eat organic food.
'What it shows is that there is little, if any, nutritional difference between organic and conventionally produced food and that there is no evidence of additional health benefits from eating organic food.'
She said that many buy organic for reasons of taste or animal welfare but added: 'If people are buying organic on the basis it is going to be better for them nutritionally, that is not the case.'
The Soil Association argued the strict criteria set by the researchers meant they had disregarded the findings of many important studies.
Peter Melchett, the organisation's policy director, said: 'Organic farming and food systems are holistic, and are produced to work with nature rather than to rely on oil-based inputs such as fertilisers.
'Consumers who purchase organic products are not just buying food which has not been covered in pesticides - the average apple may be sprayed up to 16 times with as many as 30 different pesticides.
'They are supporting a system that has the highest welfare standards for animals, bans routine use of antibiotics and increases wildlife on farms.'
But the British Nutrition Foundation said the research confirms its advice that 'organic food offers no benefits over conventionally produced food in terms of nutrition'.
Πηγήhttp://www.dailymail.co.uk
The Food Standards Agency's ruling, which follows the world's largest study into the subject, will be a huge blow to the booming organics business.
It will also dismay the millions of Britons who spend more than £2billion a year on fruit, vegetables, eggs and meats produced without the aid of pesticides, artificial fertilisers and intensive farming techniques.
Tasty: But the FSA says eating organic vegetables does not have significant health benefits
The analysis of 50 years of research into organic food was quickly rejected by the Soil Association, Britain's biggest certifier of organic foodstuffs.
But other bodies, including the British Nutrition Foundation, have long held the view organic products are no better for us than other foods.
Earlier this year, Delia Smith supported the sale of battery chickens and challenged the fashion for organic food.
She said that access to cheap chicken was crucial for poor families and pensioners and the taste of a product mattered more than its green credentials.
The latest study was carried out for the FSA by researchers at the London School of Hygiene & Tropical Medicine.
In the most comprehensive analysis of its kind, they trawled through more than 50,000 studies on the nutritional value of foods published since 1958.
Fifty-five met the researchers' criteria and were used in the comparison.
The work clearly showed organically and conventionally-produced foods to be comparable in their nutritional intake, including in vitamin C, calcium, iron and fatty acids.
It did find conventionally-produced fruit and veg had more nitrogen, while their organic counterparts had more phosphorus.
A similar pattern was found when comparing meat, eggs and dairy products. But the researchers said the differences were small and unimportant.
Peter Melchett, policy director at the Soil Association, said the conclusions were disappointing
A small number of differences in nutrient content were found to exist between organically and conventionally-produced crops and livestock but these are unlikely to be of any public health significance.
'Our review indicates that there is currently no evidence to support the selection of organically over conventionally produced foods on the basis of nutritional superiority.'
s director of consumer choice and dietary health, said: 'Ensuring people have accurate information is absolutely essential in allowing us all to make informed choices about the food we eat.
'What it shows is that there is little, if any, nutritional difference between organic and conventionally produced food and that there is no evidence of additional health benefits from eating organic food.'
She said that many buy organic for reasons of taste or animal welfare but added: 'If people are buying organic on the basis it is going to be better for them nutritionally, that is not the case.'
The Soil Association argued the strict criteria set by the researchers meant they had disregarded the findings of many important studies.
Peter Melchett, the organisation's policy director, said: 'Organic farming and food systems are holistic, and are produced to work with nature rather than to rely on oil-based inputs such as fertilisers.
'Consumers who purchase organic products are not just buying food which has not been covered in pesticides - the average apple may be sprayed up to 16 times with as many as 30 different pesticides.
'They are supporting a system that has the highest welfare standards for animals, bans routine use of antibiotics and increases wildlife on farms.'
But the British Nutrition Foundation said the research confirms its advice that 'organic food offers no benefits over conventionally produced food in terms of nutrition'.
Πηγήhttp://www.dailymail.co.uk
2 ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΜΙΣΟΥΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΙΣΤΗΜΗ. Νο 1: ΓΕΝΕΤΙΚΑ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΜΕΝΑ ΤΡΟΦΙΜΑ ΚΑΙ ΟΙΚΟΛΟΓΙΚΗ ΣΥΝΕΙΔΗΣΗ. ΥΠΑΡΧΕΙ ΑΣΥΜΒΙΒΑΣΤΟ;
Ίσως αναρωτηθούν αρκετοί οι οποίοι διαβάσουν τον τίτλο για ποιο λόγο έχω περιλάβει τη συζήτηση για τα γενετικά τροποποιημένα τρόφιμα (ΓΤΤ) σε ένα γενικότερο σύνολο κειμένων τα οποία διαπραγματεύονται την απέχθεια για την επιστήμη. Δηλαδή το debate για τα ΓΤΤ δεν αποτελεί ένα φυσιολογικό και αναπόσπαστο τμήμα της επιστημονικής διαδικασίας; Η αμφισβήτηση τελικά δε θα οδηγήσει και στην αποκάλυψη της αλήθειας;
Προφανέστατα η καλά πληροφορημένη συζήτηση, εκείνη η οποία βασίζεται σε δεδομένα και όχι διαισθήσεις τελικά θα μας οδηγήσει στην προσέγγιση της αλήθειας. Εκεί ακριβώς όμως έγκειται και το πρόβλημα με τα ΓΤΤ. Η πλήρης έλλειψη γνώσης και η πλήρης απουσία σεβασμού για την επιστημονική μέθοδο έχουν οδηγήσει την ανάπτυξη των ΓΓΤ σε τέλμα στην Ευρώπη αποστερώντας ένα σημαντικό όπλο από την ανθρωπότητα να αντιμετωπίσει διαχρονικά προβλήματα όπως ο υποσιτισμός. Ο σκοπός μου επομένως δεν είναι τόσο να αναδείξω για ποιο λόγο τα ΓΓΤ έχουν σοβαρά πλεονεκτήματα έναντι των παραδοσιακών τρόπων καλλιέργειας (και ιδίως έναντι της “οργανικής” ή “βιολογικής” καλλιέργειας) αλλά να δούμε τα φοβερά άλματα λογικής που πραγματοποιούν οι αντιρρησίες εκ των οποίων οι πιο ηχηροί ανήκουν στις παρατάξεις των οικολογικών οργανώσεων των οποίων για κάποιο τελείως ακατανόητο λόγο τα κίνητρα πάντα θεωρούνται αγαθά και ως εξυπηρετόντα το γενικό καλό.
Ερώτηση: “Your opposition to the release of GMOs, that is an absolute and definite opposition? It is not one that is dependent on further scientific research or improved procedures being developed or any satisfaction you might get with regard to safety or otherwise in the future?”
Απάντηση: “ It is a permanent and definite and complete opposition based on a view that there will always be major uncertainties. It is the nature of the technology, indeed it is the nature of science that there will not be any absolute proof”
(House of Lords, EC Regulation of Genetic Modification in Agriculture, 1998)
Όπως θα δείτε εάν κάνετε κλικ στο link ο άνθρωπος που δίνει την απάντηση είναι ο λόρδος Melchett, τέως επικεφαλής της Greenpeace, της πιο γνωστής ίσως οικολογικής οργάνωσης. Ο λόγος που αρχίζω με το σχόλιο του αυτό είναι για να καταστήσω σαφές εξαρχής ότι το πρόβλημα με τα ΓΤΤ είναι πρόβλημα αδιαλλαξίας. Ο λόρδος Melchett αναφέρει ότι η αμφιβολία είναι εγγενές χαρακτηριστικό της επιστήμης και για το λόγο αυτό δεν υπάρχουν απόλυτα συμπεράσματα. Όπως είπε και ένας από τους μεγαλύτερους φιλοσόφους και υποστηρικτές του ορθολογισμού, ο David Hume, δεν μπορούμε να ξέρουμε ότι αύριο θα ανατείλει ο ήλιος αλλά οι πιθανότητες βάσει της προηγούμενης εμπειρίας είναι ότι θα ανατείλει. Επίσης ο Karl Popper μας εισήγαγε την έννοια της διαψευσιμότητας στην επιστήμη ως ένα από τα κυριότερα της χαρακτηριστικά. Επομένως από τη στιγμή που αποδεχόμαστε ότι στην επιστήμη υπάρχει η έννοια της διαψευσιμότητας και της αμφιβολίας τότε σίγουρα μπορούμε να πούμε ότι τα συμπεράσματα της επιστήμης δεν είναι τελεσίδικα. Όμως ο επικεφαλής της Greenpeace κάνει και κάτι παραπάνω. Χρησιμοποιεί την έννοια της αμφιβολίας στην επιστήμη για να την αποκηρύξει τελείως. Μας πληροφορεί ότι όσον αφορά τα ΓΓΤ η άρνησή του είναι οριστική και ολοκληρωτική, διότι η επιστήμη δεν μπορεί να μας προσφέρει 100% βεβαιότητα. Ο φίλος μου Παύλος Μσάουελ μου ανέφερε ένα πολύ ωραίο ανάλογο. Αν ο λόρδος Melchett ζούσε την εποχή της ανακάλυψης της φωτιάς από τους προγόνους μας και τον καλούσε ο αρχηγός της φυλής να πει την άποψή του για τα πειράματα που γινόντουσαν για να αξιολογηθεί η χρήση της φωτιάς τότε θα έλεγε ακριβώς τα ίδια πράγματα. Ότι με τη φωτιά πάντα θα υπάρχει ένας μεγάλος βαθμός αβεβαιότητας και ότι αυτό είναι στη φύση της επιστήμης. Επομένως όσο ευεργετική και αν είναι η φωτιά επειδή η χρήση της ελλοχεύει κινδύνους δε θα έπρεπε να χρησιμοποιείται. Επομένως ο Προμηθέας δε θα ήταν ευπρόσδεκτος από την αρχαία Greenpeace και μάλλον θα τον πετροβολούσαν.
Ας αρχίσουμε λοιπόν μελετώντας μία-μία τις αντιρρήσεις και ουσιαστικά να δούμε όχι μόνο αν έχουν δίκιο οι αποδείξεις που παραθέτουν, αλλά το κυριότερο αν οι αντιρρήσεις είναι ορθολογικές και βασίζονται πάνω σε επιστημονικά δεδομένα.
Πρώτη αντίρρηση (και αγαπημένη μου):
Τα ΓΤΤ είναι αποτέλεσμα ανθρώπινης παρέμβασης και επομένως δεν είναι φυσικά. Ότι δεν φυσικό είναι κακό για την υγεία και το περιβάλλον ή διαφορετικά ότι είναι φυσικό είναι καλό για την υγεία και το περιβάλλον και επομένως καλύτερα από τα τεχνητά.
Αποφάσισα βέβαια να αρχίσω με την πιο αφελή αντίρρηση αλλά εν τούτοις αποτελεί μια βαθιά ριζωμένη πεποίθηση και διαίσθηση η οποία στο θέμα των καλλιεργειών βρίσκει την έκφρασή της στις “οργανικές” καλλιέργειες.
Βέβαια η θέση ότι τα φυσικά προϊόντα είναι εγγενώς καλά για τον άνθρωπο ή καλύτερα από ότι τα τεχνητά αποτελεί μια ένδειξη πλήρους άγνοιας για την εξέλιξη μέσω φυσικής επιλογής. Η φύση δεν έχει προθέσεις και ως προς τον άνθρωπο δεν είναι ούτε καλή ούτε κακή αλλά ουσιαστικά αδιάφορη (βέβαια αν αρχίσουμε να αποδίδουμε προθέσεις στη φύση τότε πρέπει να την θεωρήσουμε ως συνειδητό ον). Ο αλγόριθμος της φυσικής επιλογής είναι τυφλός και ευνοεί εκείνους τους οργανισμούς που είναι καλύτερα προσαρμοσμένοι στο περιβάλλον τους για να αναπαραχθούν. Ως αποτέλεσμα εκείνα τα γονίδια τα οποία προσδίδουν καλύτερη προσαρμογή και αναπαραγωγική πιθανότητα ευνοούνται και περνούν στις επόμενες γενιές. Έτσι διαμορφώνονται οι ζωντανοί οργανισμοί μέσω αυτού του απλούστατου αλγορίθμου και με αυτό τον τρόπο έχει προκύψει όλη η βιοποικιλία που απολαμβάνουμε σήμερα (με εξαίρεση τους οργανισμούς που έχουν προκύψει από άμεση ανθρώπινη παρέμβαση).
Συνήθως τα περισσότερα φυτικά είδη δεν έχουν ιδιαίτερο συμφέρον να φαγωθούν από άλλους οργανισμούς συμπεριλαμβανομένου και του ανθρώπου. Έχουν προσπαθήσει για χιλιάδες χρόνια να κάνουν ακριβώς το αντίθετο όπως να αναπτύξουν τοξίνες, αλλεργιογόνα και πικρές γεύσεις. Το γεγονός αυτό είναι έντονο στις κυριότερες πηγές θερμίδων του ανθρώπινου πολιτισμού όπως το σιτάρι, το καλαμπόκι, το κριθάρι και τα άλλα γρασίδια των οποίων οι πρόγονοι παρήγαγαν αξιοθρήνητες ποσότητες υδατανθράκων για να στηρίξουν τον ανθρώπινο πολιτισμό.
Ίσως ορισμένοι αντιπροτείνουν ότι πολλοί καρποί είναι γλυκοί και ευχάριστοι σε γεύση, πράγμα το οποίο μπορεί να υποδηλώνει ότι η φύση στην προκειμένη περίπτωση λειτούργησε προς όφελός μας σχεδιάζοντας καρπούς εύγεστους και διατροφικά ευεργετικούς. Η πραγματικότητα είναι αντίστροφη. Οι πρόγονοί μας είναι εκείνοι οι οποίοι εξελίχτηκαν για να αντιλαμβάνονται τα σάκχαρα ως γλυκά και εύγεστα. Η γλυκόζη και οι άλλοι υδατάνθρακες αποτελούν σπουδαία πηγή ενέργειας, φανταστείτε επομένως σε ένα πληθυσμό ζωντανών οργανισμών να υπάρχουν και οργανισμοί που να μην αντιλαμβάνονται τη γλυκύτητα των καρπών. Ποιοι είναι εκείνοι που θα ευνοηθούν από τη φυσική επιλογή; Εκείνοι που μπορούν να αναγνωρίσουν την ευχάριστη γεύση, διότι τυχαίνει η ευχάριστη γεύση να υποδηλώνει πηγή ενέργειας.
Η αντίθετη περίπτωση (δηλαδή οι καρποί να γίνουν γλυκοί για να εξυπηρετήσουν για κάποιο λόγο τον άνθρωπο και τα άλλα ζώα που εξαρτώνται από αυτά) είναι λογικά πολύ πιο δύσκολη και επιστημονικά ατεκμηρίωτη. Ο μεταβολισμός των σακχάρων έχει πολύ βαθιές ρίζες στην εξέλιξη των ειδών, ρίζες που χρονολογούνται δισεκατομμύρια χρόνια πριν από την εμφάνιση του ανθρώπου ή των κοντινών προγόνων του. Οι γλυκοί καρποί είναι ευχάριστοι στη γεύση διότι σε κάποιο σημείο του εξελικτικού μας παρελθόντος έτυχε ορισμένοι πρόγονοί μας να τους αντιληφθούν ως ευχάριστους στη γεύση πράγμα το οποίο τους άνοιξε το δρόμο στην αξιοποίηση μιας πλούσιας αποθήκης ενέργειας και επομένως τους δόθηκε ένα εξαιρετικό εξελικτικό πλεονέκτημα.
Το συμπέρασμα είναι ότι η φύση δε λειτουργεί υπέρ μας και δεν υπάρχει κανένας λόγος να πιστέψουμε ότι τα φυσικά προϊόντα είναι με τον οποιοδήποτε τρόπο ανώτερα ή ασφαλέστερα (σε θεωρητικό επίπεδο αρχικά και κατά δεύτερον σε πειραματικό επίπεδο).
Ο Steven Pinker στο βιβλίο του The Blank Slate μας εξηγεί πως η πίστη ότι τα φυσικά προϊόντα είναι ασφαλή και υγιή αποτελεί μέρος της διαισθητικής μας αίσθησης της βιολογίας. Όπως ακριβώς έχουμε μια εγγενή διαίσθηση για τη φυσική (π.χ. αν αφήσω ένα σώμα θα πέσει, αν κλωτσήσω μια πέτρα θα πεταχτεί κ.ά.) έχουμε μια εγγενή διαίσθηση για τους ζωντανούς οργανισμούς. Από μικρά παιδιά αποδίδουμε μια άϋλη ουσία στους ζωντανούς οργανισμούς πράγμα το οποίο είναι ιδιαίτερα χρήσιμο σε πολλές περιπτώσεις. Μας επιτρέπει να αναγνωρίζουμε ότι αν πάρουμε ένα σκύλο και το μασκαρέψουμε ώστε να μοιάζει με αλεπού, παραμένει σκύλος, μας επιτρέπει να καταλαβαίνουμε ότι αν πάρουμε σπόρους από ένα μήλο και τους φυτέψουμε θα προκύψουν μηλιές ή ότι διαφορετικές μορφές ενός ζώου όπως η κάμπια και η πεταλούδα μπορούν να ανήκουν στο ίδιο είδος.
Βέβαια όμως οδηγεί και σε πολλά λάθη. Π.χ. παιδιά μικρής ηλικίας πιστεύουν ότι παιδιά αγγλόφωνων παιδιών που μεγαλώνουν με μια γαλλόφωνη οικογένεια σε γαλλόφωνο περιβάλλον θα μιλάει αγγλικά (πιστεύουν δηλαδή ότι το παιδί έχει μια αγγλική ουσία που θα το κάνει αγγλόφωνο ανεξαρτήτου του περιβάλλοντος). Σε ενήλικες αντίστοιχα λάθη παρατηρούνται σε διάφορα είδη μαγείας όπου η πεποίθηση είναι ότι παρόμοια πράγματα έχουν παρόμοιες ιδιότητες. Π.χ. ότι η σκόνη κεράτου ρινοκέρου αποτελεί θεραπεία για την ανικανοτητα στύσης. Αλλά και σε ανεπτυγμένες κοινωνίες υπάρχουν αντίστοιχα παραδείγματα. Οι περισσότεροι Aμερικανοί δε θα αγγίξουν μια πλήρως αποστειρωμένη κατσαρίδα αλλά ούτε θα πιουν χυμό ο οποίος έχει έρθει σε επαφή με κατσαρίδα για μικροκλάσματα του δευτερολέπτου (χρονική διάρκεια που δεν αρκεί για να μολυνθεί ο χυμός από μικροοργανισμούς).
Ο ίδιος μηχανισμός εμπλέκεται και στη διαισθητική αξιολόγηση των ΓΓΤ. Η ιδέα ότι εισάγουμε γονίδια τα οποία παράγουν “ξένες” ουσίες δίνει την ιδέα ότι έχουμε διαταράξει την ουσία του φυτού ή ζώου και επομένως δεν είναι το ίδιο αλλά κάτι άγνωστο. Επομένως η πιο φυσική μας αντίδραση είναι να είμαστε επιφυλακτικοί.
Οργανικές καλλιέργειες (μια μικρή παρένθεση):
Στο ίδιο πλαίσιο εντάσσεται και το έντονο ενδιαφέρον γύρω από τις οργανικές καλλιέργειες. Βέβαια το όνομα δημιουργεί και μια εύλογη απορία: Αν αυτά τα προϊόντα είναι οργανικά τότε τα άλλα τι είναι; Προφανώς όλα οργανικά είναι απλά το όνομα δημιουργεί μια πολύ καλή εντύπωση στους καταναλωτές υποδηλώνοντας ότι οι καλλιέργειες αυτές είναι άσπιλες από τις σύγχρονες παρεμβάσεις του ανθρώπου. Για να χαρακτηριστεί μια καλλιέργεια ως οργανική πρέπει να ικανοποιεί ορισμένες προϋποθέσεις, προϋποθέσεις που ορίζονται κυρίως από το IFOAM (International Federation of Organic Agricultural Movements), ενώ μεγάλη επιρροή έχουν οι αγγλικές UKROFS (United Kingdom Register of Organic Food Standards) και η SA (Soil Association). Η εντύπωση που δημιουργείται με τις οργανικές καλλιέργειες είναι ότι είναι ανώτερες καθώς είναι καλύτερες για την υγεία, ασφαλέστερες για το περιβάλλον, εξίσου αποδοτικές με τις συμβατικές καλλιέργειες και τέλος έχουν απλά καλύτερη γεύση (??).
Πρώτα από όλα ας αποτινάξουμε την ιδέα ότι δεν υπάρχει αξιόλογη παρέμβαση στις καλλιέργειες αυτές. Για παράδειγμα επιτρέπεται η χρήση μερικών εντομοκτόνων όπως είναι ο Bacillus Thuringiensis. To βακτήριο αυτό περιέχει γονίδια τα οποία κωδικοποιούν τοξίνες έναντι εντόμων. Σε ορισμένα ΓΓΤ όπως σε είδη σόγιας χρησιμοποιείται εδώ και αρκετό καιρό στην αντιμετώπιση ορισμένων φυτικών παρασίτων. Εν τούτοις οργανώσεις όπως η SA αντιτίθενται έντονα στην ενσωμάτωση του γονιδίου αλλά δεν έχουν πρόβλημα με τον ψεκασμό των καλλιεργειών χωρίς κανένα λογικό επιχείρημα να υποστηρίζει αυτή τη μεροληψία. Αυτό βέβαια που δεν αναφέρουν είναι ότι ο Bt παράγει περίπου 130 διαφορετικές τοξίνες που στοχεύουν σχεδόν ισάριθμα είδη εντόμων. Στα ΓΓΤ με ενσωματωμένο το γονίδιο του Bt ενσωματώνονται 2-3 γονίδια που στοχεύουν τα συγκεκριμένα παράσιτα που αποτελούν πρόβλημα στην περιοχή. Επομένως ο ψεκασμός με Bt έχει πολύ μεγαλύτερες πιθανότητες να επηρεάσει το τοπικό οικοσύστημα από τα αντίστοιχα ΓΓΤ.
Επίσης υπάρχει άλλο ένα παραθυράκι για τις οργανικές καλλιέργειες καθώς οι καλλιεργητές μπορούν να χρησιμοποιήσουν το ανόργανο μυκητιοκτόνο θειικό χαλκό αν και η χρήση ουσιών με βάση τον χαλκό έχει απαγορευτεί στην ΕΕ από το Μάρτιο του 2002 λόγω των ποικίλων επιδράσεων που έχει στο περιβάλλον. Όμως μέσω έντονης πίεσης από τις οικολογικές οργανώσεις η περιορισμένη χρήση του επιτρέπεται μέχρι το 2006 με κύριο επιχείρημα ότι αποτελεί το πιο “παραδοσιακό” μυκητοκτόνο (!!!!) (James Duncan, Nature, 2003).
Βέβαια τα παιχνίδια με τους ορισμούς είναι ίσως το πιο αθώο χαρακτηριστικό των υποστηρικτών των οργανικών καλλιεργειών. Από τα σημαντικότερα λάθη τους είναι η δημιουργία της ψευδούς εντύπωση ότι οι οργανικές καλλιέργειες είναι εξίσου αποδοτικές με τις συμβατικές (δε μιλάμε καν σε σύγκριση με τα ΓΓΤ). Σε σύντομο χρονικό διάστημα η παραγωγή ανά έκταση μπορεί να είναι η ίδια αλλά επειδή οι οργανικές καλλιέργειες εξαρτώνται και από αγρανάπαυση οι συγκρίσεις πρέπει να γίνονται σε πλαίσιο πολλών ετών. Σε μια τέτοια έρευνα καταδείχτηκε ότι η παραγωγή σιταριού, φασολιών και μπιζελιών ήταν μόνο 60-70% των συμβατικών (Trewavas A, Urban Myths of Organic Farming, Nature 410, 2001). Γενικά η παραγωγή είναι κατά 20-30% μικρότερη πράγμα το οποίο αιτιολογεί και την υψηλή τιμή τους. Επομένως η αποδοτικότητα των καλλιεργειών αυτών μας αφορά καθώς αν τα οργανικά προϊόντα αποτελέσουν ένα μεγάλο μερίδιο της αγοράς τότε οι τιμές θα είναι σίγουρα επιβαρυντικές για τις οικονομικά ασθενέστερες ομάδες. Επίσης μην αμελούμε και το μεγάλο περιβαλλοντικό πρόβλημα που δημιουργούν.
O Dennis Avery πρώην αναλυτής αγροτικών θεμάτων για το Υπ. Εξωτερικών των ΗΠΑ και διευθυντής του Centre of Global Food Issues σχολιάζει την παραπληροφόρηση για τη φιλικότητα των οργανικών καλλιεργειών για το περιβάλλον: “the public has been told that the organic approach to farming is kinder to the enviroment. The public has not been told that its low yields would force us to destroy millions of square miles of additonal wildlands” (British crop protection council, 1997). Δηλαδή για να μπορέσει ο σημερινός πληθυσμός της γης να σιτιστεί (πράγμα το οποίο και σήμερα δεν είναι εφικτό σε πολλές χώρες) με οργανικές καλλιέργειες θα πρέπει να θυσιάσουμε πολύ μεγαλύτερες εκτάσεις γης από ότι σήμερα λόγω της χαμηλής απόδοσης αυτών των καλλιεργειών. Δυστυχώς ή ευτυχώς οι οργανικές καλλιέργειες δεν προσφέρουν τα πλεονεκτήματα για να δικαιολογήσουν τη χαμηλή παραγωγικότητα και το υψηλό κόστος τους. Όπως αναφέρει και ο Dick Taverne στο βιβλίο του “The March of Unreason” παραλείπεται συχνά μια σημαντική επιβάρυνση που προκαλεί ο τρόπος αυτός καλλιέργειας στο περιβάλλον. Σε αυτές τις καλλιέργειες τα ζιζάνια απομακρύνονται μηχανικά μέσω του τρακτέρ και του οργώματος του χώματος. Όμως αυτές οι διαδικασίες καταστρέφουν σκουλήκια και έντομα που ζουν υποχθόνια, προκαλούν διάβρωση του εδάφους, απελευθερώνουν περισσότερο διοξείδιο του άνθρακα στην ατμόσφαιρα. Συγκριτικά έχει υπολογιστεί ότι η χρήση ΓΓΤ που είναι ανθεκτικά στα φυτοφάρμακα μειώνει την εκπομπή αερίων του θερμοκηπίου κατά 80% ανά εκτάριο καλλιεργήσιμης γης, διόλου αμελητέα ποσότητα ιδίως αν αναλογιστούμε ότι μια από τις μεγαλύτερες ανησυχίες του οικολογικού κινήματος είναι το φαινόμενο του θερμοκηπίου. Μια ωραία περίληψη των λανθασμένων εντυπώσεων που δίνουν οι υποστηρικτές των οργανικών καλλιεργειών είναι η ανασκόπηση του Trewavas στο Nature (Trewavas A, Urban Myths of Organic Farming, Nature 410, 2001)
Νομίζω ότι ο καλύτερος τρόπος να κλείσουμε τη μικρή αυτή ενότητα για τις οργανικές καλλιέργειες είναι ένα σχόλιο του επικεφαλής του SA του Patrick Holden ο οποίος απερίφραστα κατηγορεί τη μοντέρνα επιστήμη ότι είναι υπερβολικά αναγωγική και ότι δεν είναι σε θέση να εξετάσει φαινόμενα τα οποία απαιτούν ολιστική θεώρηση (υποθέτω ότι ο ίδιος γνωρίζει πως..).
“And I think that if we take that approach, rather than continue to worship at the altar of rational reductionism, we can include the concept of naturalness, of intuition and of other levels of energy and even consciousness in our decision making. So it’s the not yet understood which is, I think, important to remember. It’s quite possible that the tools of science today are not developed enough to measure things which we will be able to measure tomorrow”.
(Holden P, New Scientist and Greenpeace Science Debates, 2001)
Βασικά υπήρχαν τόσο καλά σχόλια στο λόγο του που δεν ήξερα ποιο να διαλέξω. Υποθέτω ότι ο Holden θα ήθελε να συμπεριλάβουμε και την έννοια της διαίσθησης και άλλων επιπέδων ενέργειας (δεν ξέρω ποια είναι τα επίπεδα αυτά) και στην ιατρική έρευνα ιδίως σε θέματα όπως παρασκευή εμβολίων και φαρμάκων. Επίσης υποθέτω ότι εννοεί ότι η σύγχρονη επιστήμη δεν είναι σε θέση να μετρήσει την αποδοτικότητα ενός κτήματος, την ύπαρξη ή μη τοξινών σε τρόφιμα, τις θετικές ή αρνητικές επιπτώσεις στην τοπική χλωρίδα και πανίδα καθώς και άλλες παραμέτρους τις οποίες οι άπληστοι αναγωγιστές έχουν θεοποιήσει. Ίσως έχει δίκιο. Ίσως πρέπει να υπακούσουμε στη φωνούλα της διαίσθησης διότι αυτή είναι ξεκάθαρα σωστή (δεν είναι σκόπιμο να αναφέρω τόμους βιβλιογραφίας που αποδεικνύουν τα όρια της ανθρώπινης διαίσθησης αλλά οποιοδήποτε βιβλίο εξελικτικής ψυχολογίας παραθέτει πολυάριθμα πειράματα όπου η ανθρώπινη διαίσθηση κάνει σφάλματα) ή πρέπει να τη συμβουλευόμαστε όταν τα συμπεράσματα της επιστήμης φαίνονται παράλογα. Ίσως τελικά λοιπόν η γη δεν κινείται αλλά κινείται ο ήλιος και ίσως τελικά είναι επίπεδη και όχι στρογγυλή διότι τουλάχιστον από μικρό παιδί αυτό μου υπαγορεύει η διαίσθηση.
Δεύτερη αντίρρηση. Τα ΓΤΤ βλάπτουν ή μπορούν να βλάψουν την υγεία:
Αυτό αποτελεί ίσως τη βαρύτερη κατηγορία. Σίγουρα οι περισσότεροι άνθρωποι ενδιαφέρονται θεωρητικά για το περιβάλλον και τις επιπτώσεις των ανθρώπινων δραστηριοτήτων σε αυτό, αλλά εν τούτοις η υγεία αποτελεί μάλλον την σημαντικότερη προτεραιότητα για όλους μας και επομένως η κατηγορία αυτή είναι σημαντική. Ας αρχίσουμε από τις επιπτώσεις στην υγεία των πρώτων ανθρώπων που έρχονται σε επαφή με τις καλλιέργειες, δηλαδή τους αγρότες. Αρκετές έρευνες έχουν δείξει ότι τα ΓΓΤ, τα οποία είναι ανθεκτικά σε έντομα, μειώνουν σημαντικά την ανάγκη χρήσης εντομοκτόνων πράγμα το οποίο αντανακλάται στον αριθμό των λιγότερων δηλητηριάσεων των αγροτών. Μια πρόσφατη έρευνα επί του θέματος δημοσιεύτηκε στην έγκυρη επιστημονική επιθεώρηση Science, όπου η χρήση δύο ποικιλιών ΓΤ ρυζιού μείωσε τη χρήση εντομοκτόνων κατά 80% πράγμα το οποίο συνδυάστηκε με μείωση κλινικών συμπτωμάτων δηλητηρίασης (J. Huang et al., Science 308, 688−690; 2005).
Όσο για εμάς τους καταναλωτές δεν υπάρχει καταρχήν κανένα θεωρητικό υπόβαθρο για να στηρίξει ότι τα ΓΤΤ είναι πιο επικίνδυνα από τα υπόλοιπα. Τοξίνες περιέχονται σε όλα τα τρόφιμα και αν υπάρχουν σε αρκετά μεγάλες συγκεντρώσεις μπορούν να προκαλέσουν προβλήματα υγείας. Εν τούτοις οι συμβατικές καλλιέργειες δε μας εξασφαλίζουν κάποιο μεγαλύτερο επίπεδο ασφάλειας. Τοξίνες μπορούν να προκύψουν από τη δημιουργία νέων ποικιλιών μέσω του συμβατικού τρόπου όπως και στα ΓΤΤ. Η μόνη διαφορά είναι ότι στα ΓΤΤ τα μέτρα ασφαλείας είναι πολύ υψηλότερα και προφανώς όλος ο κόσμος αναμένει για ένα λάθος για τη δικαιολόγηση του παραλογισμού. Επίσης μην αμελούμε ότι στα ΓΤΤ ξέρουμε τι γονίδια εισάγουμε και μπορούμε να ελέγξουμε τα επίπεδα της ουσίας που παράγεται από τη μετάφραση του γονιδίου. Στις συμβατικές καλλιέργειες λίγο έως πολύ ακολουθούμε μια μπακαλίστικη προσέγγιση και αφού δε γνωρίζουμε ποια ακριβώς είναι τα γονίδια που εισάγαμε δεν μπορούμε να αξιολογήσουμε εξίσου εύκολα το αποτέλεσμα. Επίσης μην ξεχνάμε ότι ένας διαδεδομένος τρόπος για να προκύψουν νέες καλλιέργειες είναι να ακτινοβολήσουμε σπόρους με υπεριώδη ακτινοβολία. Η υπεριώδης ακτινοβολία αλληλεπιδρά με το γενετικό υλικό προκαλώντας ποικίλες μεταλλάξεις. Εν τούτοις οι αντιδράσεις δεν είναι τόσο ηχηρές για αυτές τις μεθόδους που σε ένα μεγάλο βαθμό είναι εντελώς τυφλές.
Επίσης μην ξεχνάμε ότι ΓΤΤ είναι διαθέσιμα στις ΗΠΑ εδώ και τουλάχιστον 8 χρόνια (μεταλλαγμένη σόγια για παράδειγμα) και δεν έχει συσχετιστεί κάποιο πρόβλημα υγείας με την κατανάλωσή της. Το 2003 η EPA (US Enviromental Protection Agency) ανανέωσε τα στοιχεία της για 9 Bt προϊόντα και αξιολόγησε πιθανές επιπτώσεις στην υγεία και στο περιβάλλον. Το συμπέρασμα ήταν ότι τα προϊόντα αυτά δεν αποτελούν μεγαλύτερο κίνδυνο από ότι οι συμβατικές καλλιέργειες και αντιθέτως είναι λιγότερο πιθανό να είναι επιβλαβείς σε σχέση με εκείνες που χρησιμοποιούν χημικά συνθετικά. Επίσης μια ανεξάρτητη επιτροπή το 2003 δημοσίευσε ανασκόπηση της επιστημονικής βιβλιογραφίας όπου επεσήμανε ότι δεν υπάρχουν κίνδυνοι για την υγεία του ανθρώπου από ΓΤΤ. Φυσικά τα συμπεράσματα αυτά δεν αποκλείουν ότι ορισμένα ΓΤΤ μπορεί να αποδειχτούν επιβλαβή στο μέλλον, αλλά το ίδιο ισχύει για οποιοδήποτε νέο προϊόν όπως και οποιοδήποτε φυσικό προϊόν. Οι έρευνες απλά αποδεικνύουν ότι δεν υπάρχει κανένας λόγος μεγαλύτερης ανησυχίας για τα ΓΤΤ από ότι για τα υπόλοιπα νέα τρόφιμα και προϊόντα (όπως π.χ. φάρμακα. Στο παράδειγμα των φαρμάκων αλίμονό μας αν σταματούσαμε την παραγωγή νέων φαρμάκων επειδή π.χ. αποδείχτηκε ότι το Vioxx αυξάνει την επίπτωση εμφραγμάτων. Φυσικά επειδή πολύ από εμάς πιθανόν να πάσχουν ή θα πάσχουν από προβλήματα καρδιάς και άλλα νοσήματα μας ενδιαφέρει πολύ να υπάρχει πρόοδος στα φαρμακευτικά σκευάσματα. Αντιθέτως επειδή είμαστε μια καλοταϊσμένη και κακομαθημένη κοινωνία δε μας ενδιαφέρει ιδιαίτερα η εφαρμογή πιο αποδοτικών μέσων παραγωγής τροφίμων).
Όπως μας πληροφορεί και ο Taverne στην Αγγλία τα ΓΓΤ υπάρχουν 7 κυβερνητικές επιτροπές επιφορτισμένες αποκλειστικά με θέματα βιοτεχνολογίας και επιπλέον άλλες 9 στις αρμοδιότητες των οποίων περιλαμβάνεται και ο έλεγχος των προϊόντων της βιοτεχνολογίας. Όπως καταλήγει, αν η πατάτα περνούσε από τους ίδιους ελεγκτικούς μηχανισμούς όπως τα ΓΤΤ πιθανώς να μην επιτρεπόταν στην αγορά καθώς στην ίδια οικογένεια ανήκουν και δηλητηριώδη είδη ενώ όταν πρασινίζει από έκθεση στον ήλιο παράγει μια πλειάδα τοξινών.
Γενικά υπάρχει μια πληθώρα ερευνών που δείχνει ότι τα ΓΤΤ δεν είναι πιο επικίνδυνα από συμβατικά και τρόφιμα και σε ορισμένες περιπτώσεις είναι ασφαλέστερα (π.χ. στην περίπτωση των αγροτών). Δυστυχώς πολλοί “οικολόγοι” διατυμπανίζουν ότι η έλλειψη αποδείξεων βλάβης δεν αποτελεί απόδειξη έλλειψης βλάβης και επικαλούνται την “Αρχή της Πρόληψης” ή την “Αρχή της Επιφύλαξης” (Precautionary Principle). Φυσικά αυτό ισχύει για όλα τα πράγματα στον πλανήτη και δεν καταλαβαίνω γιατί τα ΓΤΤ αποτελούν εξαίρεση. Γιατί δεν εφαρμόζουμε τα ίδια κριτήρια στα υπάρχοντα τρόφιμα; Επειδή τα καλλιεργούμε για εκατοντάδες χρόνια σημαίνει ότι δεν προκαλούν βλάβες στην υγεία; Για παράδειγμα έχει ελέγξει ποτέ κανείς αν ο χυμός της ντομάτας συνδέεται με τον καρκίνο του όσχεου; Μια σύντομη αναζήτηση στο Δίκτυο πάντως δεν καρποφόρησε σε κάποια έρευνα και υποθέτω ότι κανείς δεν το έχει ελέγξει. Το θέμα είναι ότι αν εφαρμόζαμε τα ίδια κριτήρια στα διαθέσιμα τρόφιμα μάλλον θα πεθαίναμε από την πείνα γιατί δε θα μπορούσαμε να αποδείξουμε 100% ότι κάποιο τρόφιμο δεν προκαλεί κάποιο πρόβλημα υγείας σε κάποιους ανθρώπους. Μην ξεχνάμε π.χ. ότι τα κουκιά μπορεί να αποβούν μοιραία σε άτομα που πάσχουν από την έλλειψη ενός ενζύμου στα ερυθρά τους αιμοσφαίρια. Εν τούτοις αποδεχόμαστε τον κίνδυνο και επιτρέπουμε τη διάθεσή τους στην αγορά ακόμη και αν κάποιος ο οποίος δεν έχει διαγνωστεί μπορεί να πεθάνει.
Τρίτη αντίρρηση. Τα ΓΤΤ βλάπτουν το περιβάλλον:
Και σε αυτή την περίπτωση οι “οικολόγοι” φίλοι μας απαιτούν 100% ότι τα ΓΤΤ δε βλάπτουν και δε θα βλάψουν ποτέ το περιβάλλον. Φυσικά κάτι τέτοιο είναι αδύνατο να αποδειχτεί στο βαθμό που επιζητούν αλλά είναι εύλογη η απορία αν τα ΓΤΤ παρουσιάζουν αυξημένο κίνδυνο σε σχέση με τις άλλες καλλιέργειες. Η κυριότερη ανησυχία είναι αν μπορούν τα ενσωματωμένα γονίδια στα ΓΤΤ να περάσουν στις φυσικές ποικιλίες επηρεάζοντας έτσι τη γονιδιακή δεξαμενή του οικοσυστήματος και ενδεχομένως εισάγοντας μια επιβλαβή για το περιβάλλον ουσία. Μια έρευνα που δημοσιεύτηκε το 2001 στο Nature προκάλεσε έντονη συζήτηση καθώς σύμφωνα με τους ερευνητές προκλήθηκε μεταφορά γονιδίων σε φυσικές ποικιλίες καλαμποκιού στο Μεξικό (Quist D, Chapela I, Transgenic DNA introgressed into traditional maize landraces in Oaxaca, Mexico, Nature 414, 2001). Τελικά ο συντάκτης της επιθεώρησης αποφάσισε ότι η έρευνα παρουσίαζε κενά στην τεκμηρίωσή της και την απέσυρε (υπήρξε ηχηρή κριτική από πολλούς ερευνητές ότι η δημοσίευση ήταν αναξιόπιστη):
“In our 29 November issue, we published the paper «Transgenic DNA introgressed into traditional maize landraces in Oaxaca, Mexico» by David Quist and Ignacio Chapela. Subsequently, we received several criticisms of the paper, to which we obtained responses from the authors and consulted referees over the exchanges. In the meantime, the authors agreed to obtain further data, on a timetable agreed with us, that might prove beyond reasonable doubt that transgenes have indeed become integrated into the maize genome. The authors have now obtained some additional data, but there is disagreement between them and a referee as to whether these results significantly bolster their argument. In light of these discussions and the diverse advice received, Nature has concluded that the evidence available is not sufficient to justify the publication of the original paper. As the authors nevertheless wish to stand by the available evidence for their conclusions, we feel it best simply to make these circumstances clear, to publish the criticisms, the authors’ response and new data, and to allow our readers to judge the science for themselves”.
Εν τούτοις η ανησυχία είναι εύλογη ιδιαίτερα αν αναλογιστούμε τις επιπτώσεις που μπορεί να έχει σε ΓΤΤ σχεδιασμένα να παράγουν εμβόλια. Φυσικά το εμπόδιο δεν είναι πρωτότυπο μιας και διάφορες ποικιλίες φυτών (μη ΓΤΤ) καλλιεργούνται και σήμερα σε στενή γειτνίαση (στο ίδιο κτήμα) αλλά παρόλα αυτά υπάρχουν καθορισμένες αποστάσεις που επιτρέπουν την ελαχιστοποίηση της αλληλομεταφοράς γονιδίων. Μέσω πειραμάτων σε ανοιχτό πεδίο μπορούν αν καθοριστούν αποστάσεις ασφαλείας που να ελαχιστοποιούν τον κίνδυνο.
Άλλες πιο εξειδικευμένες τεχνικές περιλαμβάνουν τη μη ενσωμάτωση των γονιδίων στη γύρη ή απλά τη στείρωση των φυτών. Μια έξυπνη τεχνική περιλαμβάνει την ενσωμάτωση των γονιδίων στο DNA των χλωροπλαστών, DNA το οποίο μεταβιβάζεται μόνο από τα θήλεα ενώ η γύρις θεωρείται αρσενική (Daniell H et al, Milestones in chloroplast genetic engineering: an environmentally friendly era in biotechnology, Trends in Plant Science, 2002). Η συζήτηση βέβαια εκτείνεται πολύ περισσότερο από τη μεταφορά γονιδίων στο περιβάλλον αλλά περιλαμβάνει το φόβο ότι τα ΓΤΤ πλήττουν τη βιοποικιλία καθώς στην περίπτωση των ΓΤΤ που παράγουν εντομοκτόνες ουσίες πλήττονται και έντομα που δεν είναι παράσιτα, πράγμα το οποίο θεωρητικά είναι αναληθές καθώς τα γονίδια που εισάγονται παράγουν υπερεκλεκτικές τοξίνες, σε αντίθεση με τα συνθετικά εντομοκτόνα ή τον ψεκασμό με βακτήρια, και επίσης δεν αποδεικνύεται από δεδομένα. Δυστυχώς η ανάλυση όλων των κατηγοριών για τις επιπτώσεις στο περιβάλλον ξεφεύγουν κάπως από το στόχο του κειμένου αυτού. Όσο υπάρχουν θεωρητικοί κίνδυνοι τόσο οι επαγγελματίες κινδυνολόγοι θα κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου και θα προωθούν την πλήρη απαγόρευση των ΓΓΤ.
Αφού αρχίσαμε με σχόλιο το κείμενο θα το κλείσουμε με ένα σχόλιο: “Environmentalism has become codified to such an extent that if you disagree with a single word, you are apparently not an environmentalist. Rational discord is being discouraged. It has too many of the hallmarks of the Hitler Youth, or the religious right”.
Patrick Moore, New Scientist, 1999
Ο Moore ήταν ένας από τους ιδρυτές της Greenpeace και εγκατέλειψε όταν όπως ο ίδιος περιγράφει η οργάνωση μετατράπηκε σε μια υστερική ακρο-αριστερά οργάνωση που αντιτίθεται τυφλά την ελεύθερη αγορά, την παγκοσμιοποίηση και την επιστήμη…
Πηγή:http://e-rooster.gr
Προφανέστατα η καλά πληροφορημένη συζήτηση, εκείνη η οποία βασίζεται σε δεδομένα και όχι διαισθήσεις τελικά θα μας οδηγήσει στην προσέγγιση της αλήθειας. Εκεί ακριβώς όμως έγκειται και το πρόβλημα με τα ΓΤΤ. Η πλήρης έλλειψη γνώσης και η πλήρης απουσία σεβασμού για την επιστημονική μέθοδο έχουν οδηγήσει την ανάπτυξη των ΓΓΤ σε τέλμα στην Ευρώπη αποστερώντας ένα σημαντικό όπλο από την ανθρωπότητα να αντιμετωπίσει διαχρονικά προβλήματα όπως ο υποσιτισμός. Ο σκοπός μου επομένως δεν είναι τόσο να αναδείξω για ποιο λόγο τα ΓΓΤ έχουν σοβαρά πλεονεκτήματα έναντι των παραδοσιακών τρόπων καλλιέργειας (και ιδίως έναντι της “οργανικής” ή “βιολογικής” καλλιέργειας) αλλά να δούμε τα φοβερά άλματα λογικής που πραγματοποιούν οι αντιρρησίες εκ των οποίων οι πιο ηχηροί ανήκουν στις παρατάξεις των οικολογικών οργανώσεων των οποίων για κάποιο τελείως ακατανόητο λόγο τα κίνητρα πάντα θεωρούνται αγαθά και ως εξυπηρετόντα το γενικό καλό.
Ερώτηση: “Your opposition to the release of GMOs, that is an absolute and definite opposition? It is not one that is dependent on further scientific research or improved procedures being developed or any satisfaction you might get with regard to safety or otherwise in the future?”
Απάντηση: “ It is a permanent and definite and complete opposition based on a view that there will always be major uncertainties. It is the nature of the technology, indeed it is the nature of science that there will not be any absolute proof”
(House of Lords, EC Regulation of Genetic Modification in Agriculture, 1998)
Όπως θα δείτε εάν κάνετε κλικ στο link ο άνθρωπος που δίνει την απάντηση είναι ο λόρδος Melchett, τέως επικεφαλής της Greenpeace, της πιο γνωστής ίσως οικολογικής οργάνωσης. Ο λόγος που αρχίζω με το σχόλιο του αυτό είναι για να καταστήσω σαφές εξαρχής ότι το πρόβλημα με τα ΓΤΤ είναι πρόβλημα αδιαλλαξίας. Ο λόρδος Melchett αναφέρει ότι η αμφιβολία είναι εγγενές χαρακτηριστικό της επιστήμης και για το λόγο αυτό δεν υπάρχουν απόλυτα συμπεράσματα. Όπως είπε και ένας από τους μεγαλύτερους φιλοσόφους και υποστηρικτές του ορθολογισμού, ο David Hume, δεν μπορούμε να ξέρουμε ότι αύριο θα ανατείλει ο ήλιος αλλά οι πιθανότητες βάσει της προηγούμενης εμπειρίας είναι ότι θα ανατείλει. Επίσης ο Karl Popper μας εισήγαγε την έννοια της διαψευσιμότητας στην επιστήμη ως ένα από τα κυριότερα της χαρακτηριστικά. Επομένως από τη στιγμή που αποδεχόμαστε ότι στην επιστήμη υπάρχει η έννοια της διαψευσιμότητας και της αμφιβολίας τότε σίγουρα μπορούμε να πούμε ότι τα συμπεράσματα της επιστήμης δεν είναι τελεσίδικα. Όμως ο επικεφαλής της Greenpeace κάνει και κάτι παραπάνω. Χρησιμοποιεί την έννοια της αμφιβολίας στην επιστήμη για να την αποκηρύξει τελείως. Μας πληροφορεί ότι όσον αφορά τα ΓΓΤ η άρνησή του είναι οριστική και ολοκληρωτική, διότι η επιστήμη δεν μπορεί να μας προσφέρει 100% βεβαιότητα. Ο φίλος μου Παύλος Μσάουελ μου ανέφερε ένα πολύ ωραίο ανάλογο. Αν ο λόρδος Melchett ζούσε την εποχή της ανακάλυψης της φωτιάς από τους προγόνους μας και τον καλούσε ο αρχηγός της φυλής να πει την άποψή του για τα πειράματα που γινόντουσαν για να αξιολογηθεί η χρήση της φωτιάς τότε θα έλεγε ακριβώς τα ίδια πράγματα. Ότι με τη φωτιά πάντα θα υπάρχει ένας μεγάλος βαθμός αβεβαιότητας και ότι αυτό είναι στη φύση της επιστήμης. Επομένως όσο ευεργετική και αν είναι η φωτιά επειδή η χρήση της ελλοχεύει κινδύνους δε θα έπρεπε να χρησιμοποιείται. Επομένως ο Προμηθέας δε θα ήταν ευπρόσδεκτος από την αρχαία Greenpeace και μάλλον θα τον πετροβολούσαν.
Ας αρχίσουμε λοιπόν μελετώντας μία-μία τις αντιρρήσεις και ουσιαστικά να δούμε όχι μόνο αν έχουν δίκιο οι αποδείξεις που παραθέτουν, αλλά το κυριότερο αν οι αντιρρήσεις είναι ορθολογικές και βασίζονται πάνω σε επιστημονικά δεδομένα.
Πρώτη αντίρρηση (και αγαπημένη μου):
Τα ΓΤΤ είναι αποτέλεσμα ανθρώπινης παρέμβασης και επομένως δεν είναι φυσικά. Ότι δεν φυσικό είναι κακό για την υγεία και το περιβάλλον ή διαφορετικά ότι είναι φυσικό είναι καλό για την υγεία και το περιβάλλον και επομένως καλύτερα από τα τεχνητά.
Αποφάσισα βέβαια να αρχίσω με την πιο αφελή αντίρρηση αλλά εν τούτοις αποτελεί μια βαθιά ριζωμένη πεποίθηση και διαίσθηση η οποία στο θέμα των καλλιεργειών βρίσκει την έκφρασή της στις “οργανικές” καλλιέργειες.
Βέβαια η θέση ότι τα φυσικά προϊόντα είναι εγγενώς καλά για τον άνθρωπο ή καλύτερα από ότι τα τεχνητά αποτελεί μια ένδειξη πλήρους άγνοιας για την εξέλιξη μέσω φυσικής επιλογής. Η φύση δεν έχει προθέσεις και ως προς τον άνθρωπο δεν είναι ούτε καλή ούτε κακή αλλά ουσιαστικά αδιάφορη (βέβαια αν αρχίσουμε να αποδίδουμε προθέσεις στη φύση τότε πρέπει να την θεωρήσουμε ως συνειδητό ον). Ο αλγόριθμος της φυσικής επιλογής είναι τυφλός και ευνοεί εκείνους τους οργανισμούς που είναι καλύτερα προσαρμοσμένοι στο περιβάλλον τους για να αναπαραχθούν. Ως αποτέλεσμα εκείνα τα γονίδια τα οποία προσδίδουν καλύτερη προσαρμογή και αναπαραγωγική πιθανότητα ευνοούνται και περνούν στις επόμενες γενιές. Έτσι διαμορφώνονται οι ζωντανοί οργανισμοί μέσω αυτού του απλούστατου αλγορίθμου και με αυτό τον τρόπο έχει προκύψει όλη η βιοποικιλία που απολαμβάνουμε σήμερα (με εξαίρεση τους οργανισμούς που έχουν προκύψει από άμεση ανθρώπινη παρέμβαση).
Συνήθως τα περισσότερα φυτικά είδη δεν έχουν ιδιαίτερο συμφέρον να φαγωθούν από άλλους οργανισμούς συμπεριλαμβανομένου και του ανθρώπου. Έχουν προσπαθήσει για χιλιάδες χρόνια να κάνουν ακριβώς το αντίθετο όπως να αναπτύξουν τοξίνες, αλλεργιογόνα και πικρές γεύσεις. Το γεγονός αυτό είναι έντονο στις κυριότερες πηγές θερμίδων του ανθρώπινου πολιτισμού όπως το σιτάρι, το καλαμπόκι, το κριθάρι και τα άλλα γρασίδια των οποίων οι πρόγονοι παρήγαγαν αξιοθρήνητες ποσότητες υδατανθράκων για να στηρίξουν τον ανθρώπινο πολιτισμό.
Ίσως ορισμένοι αντιπροτείνουν ότι πολλοί καρποί είναι γλυκοί και ευχάριστοι σε γεύση, πράγμα το οποίο μπορεί να υποδηλώνει ότι η φύση στην προκειμένη περίπτωση λειτούργησε προς όφελός μας σχεδιάζοντας καρπούς εύγεστους και διατροφικά ευεργετικούς. Η πραγματικότητα είναι αντίστροφη. Οι πρόγονοί μας είναι εκείνοι οι οποίοι εξελίχτηκαν για να αντιλαμβάνονται τα σάκχαρα ως γλυκά και εύγεστα. Η γλυκόζη και οι άλλοι υδατάνθρακες αποτελούν σπουδαία πηγή ενέργειας, φανταστείτε επομένως σε ένα πληθυσμό ζωντανών οργανισμών να υπάρχουν και οργανισμοί που να μην αντιλαμβάνονται τη γλυκύτητα των καρπών. Ποιοι είναι εκείνοι που θα ευνοηθούν από τη φυσική επιλογή; Εκείνοι που μπορούν να αναγνωρίσουν την ευχάριστη γεύση, διότι τυχαίνει η ευχάριστη γεύση να υποδηλώνει πηγή ενέργειας.
Η αντίθετη περίπτωση (δηλαδή οι καρποί να γίνουν γλυκοί για να εξυπηρετήσουν για κάποιο λόγο τον άνθρωπο και τα άλλα ζώα που εξαρτώνται από αυτά) είναι λογικά πολύ πιο δύσκολη και επιστημονικά ατεκμηρίωτη. Ο μεταβολισμός των σακχάρων έχει πολύ βαθιές ρίζες στην εξέλιξη των ειδών, ρίζες που χρονολογούνται δισεκατομμύρια χρόνια πριν από την εμφάνιση του ανθρώπου ή των κοντινών προγόνων του. Οι γλυκοί καρποί είναι ευχάριστοι στη γεύση διότι σε κάποιο σημείο του εξελικτικού μας παρελθόντος έτυχε ορισμένοι πρόγονοί μας να τους αντιληφθούν ως ευχάριστους στη γεύση πράγμα το οποίο τους άνοιξε το δρόμο στην αξιοποίηση μιας πλούσιας αποθήκης ενέργειας και επομένως τους δόθηκε ένα εξαιρετικό εξελικτικό πλεονέκτημα.
Το συμπέρασμα είναι ότι η φύση δε λειτουργεί υπέρ μας και δεν υπάρχει κανένας λόγος να πιστέψουμε ότι τα φυσικά προϊόντα είναι με τον οποιοδήποτε τρόπο ανώτερα ή ασφαλέστερα (σε θεωρητικό επίπεδο αρχικά και κατά δεύτερον σε πειραματικό επίπεδο).
Ο Steven Pinker στο βιβλίο του The Blank Slate μας εξηγεί πως η πίστη ότι τα φυσικά προϊόντα είναι ασφαλή και υγιή αποτελεί μέρος της διαισθητικής μας αίσθησης της βιολογίας. Όπως ακριβώς έχουμε μια εγγενή διαίσθηση για τη φυσική (π.χ. αν αφήσω ένα σώμα θα πέσει, αν κλωτσήσω μια πέτρα θα πεταχτεί κ.ά.) έχουμε μια εγγενή διαίσθηση για τους ζωντανούς οργανισμούς. Από μικρά παιδιά αποδίδουμε μια άϋλη ουσία στους ζωντανούς οργανισμούς πράγμα το οποίο είναι ιδιαίτερα χρήσιμο σε πολλές περιπτώσεις. Μας επιτρέπει να αναγνωρίζουμε ότι αν πάρουμε ένα σκύλο και το μασκαρέψουμε ώστε να μοιάζει με αλεπού, παραμένει σκύλος, μας επιτρέπει να καταλαβαίνουμε ότι αν πάρουμε σπόρους από ένα μήλο και τους φυτέψουμε θα προκύψουν μηλιές ή ότι διαφορετικές μορφές ενός ζώου όπως η κάμπια και η πεταλούδα μπορούν να ανήκουν στο ίδιο είδος.
Βέβαια όμως οδηγεί και σε πολλά λάθη. Π.χ. παιδιά μικρής ηλικίας πιστεύουν ότι παιδιά αγγλόφωνων παιδιών που μεγαλώνουν με μια γαλλόφωνη οικογένεια σε γαλλόφωνο περιβάλλον θα μιλάει αγγλικά (πιστεύουν δηλαδή ότι το παιδί έχει μια αγγλική ουσία που θα το κάνει αγγλόφωνο ανεξαρτήτου του περιβάλλοντος). Σε ενήλικες αντίστοιχα λάθη παρατηρούνται σε διάφορα είδη μαγείας όπου η πεποίθηση είναι ότι παρόμοια πράγματα έχουν παρόμοιες ιδιότητες. Π.χ. ότι η σκόνη κεράτου ρινοκέρου αποτελεί θεραπεία για την ανικανοτητα στύσης. Αλλά και σε ανεπτυγμένες κοινωνίες υπάρχουν αντίστοιχα παραδείγματα. Οι περισσότεροι Aμερικανοί δε θα αγγίξουν μια πλήρως αποστειρωμένη κατσαρίδα αλλά ούτε θα πιουν χυμό ο οποίος έχει έρθει σε επαφή με κατσαρίδα για μικροκλάσματα του δευτερολέπτου (χρονική διάρκεια που δεν αρκεί για να μολυνθεί ο χυμός από μικροοργανισμούς).
Ο ίδιος μηχανισμός εμπλέκεται και στη διαισθητική αξιολόγηση των ΓΓΤ. Η ιδέα ότι εισάγουμε γονίδια τα οποία παράγουν “ξένες” ουσίες δίνει την ιδέα ότι έχουμε διαταράξει την ουσία του φυτού ή ζώου και επομένως δεν είναι το ίδιο αλλά κάτι άγνωστο. Επομένως η πιο φυσική μας αντίδραση είναι να είμαστε επιφυλακτικοί.
Οργανικές καλλιέργειες (μια μικρή παρένθεση):
Στο ίδιο πλαίσιο εντάσσεται και το έντονο ενδιαφέρον γύρω από τις οργανικές καλλιέργειες. Βέβαια το όνομα δημιουργεί και μια εύλογη απορία: Αν αυτά τα προϊόντα είναι οργανικά τότε τα άλλα τι είναι; Προφανώς όλα οργανικά είναι απλά το όνομα δημιουργεί μια πολύ καλή εντύπωση στους καταναλωτές υποδηλώνοντας ότι οι καλλιέργειες αυτές είναι άσπιλες από τις σύγχρονες παρεμβάσεις του ανθρώπου. Για να χαρακτηριστεί μια καλλιέργεια ως οργανική πρέπει να ικανοποιεί ορισμένες προϋποθέσεις, προϋποθέσεις που ορίζονται κυρίως από το IFOAM (International Federation of Organic Agricultural Movements), ενώ μεγάλη επιρροή έχουν οι αγγλικές UKROFS (United Kingdom Register of Organic Food Standards) και η SA (Soil Association). Η εντύπωση που δημιουργείται με τις οργανικές καλλιέργειες είναι ότι είναι ανώτερες καθώς είναι καλύτερες για την υγεία, ασφαλέστερες για το περιβάλλον, εξίσου αποδοτικές με τις συμβατικές καλλιέργειες και τέλος έχουν απλά καλύτερη γεύση (??).
Πρώτα από όλα ας αποτινάξουμε την ιδέα ότι δεν υπάρχει αξιόλογη παρέμβαση στις καλλιέργειες αυτές. Για παράδειγμα επιτρέπεται η χρήση μερικών εντομοκτόνων όπως είναι ο Bacillus Thuringiensis. To βακτήριο αυτό περιέχει γονίδια τα οποία κωδικοποιούν τοξίνες έναντι εντόμων. Σε ορισμένα ΓΓΤ όπως σε είδη σόγιας χρησιμοποιείται εδώ και αρκετό καιρό στην αντιμετώπιση ορισμένων φυτικών παρασίτων. Εν τούτοις οργανώσεις όπως η SA αντιτίθενται έντονα στην ενσωμάτωση του γονιδίου αλλά δεν έχουν πρόβλημα με τον ψεκασμό των καλλιεργειών χωρίς κανένα λογικό επιχείρημα να υποστηρίζει αυτή τη μεροληψία. Αυτό βέβαια που δεν αναφέρουν είναι ότι ο Bt παράγει περίπου 130 διαφορετικές τοξίνες που στοχεύουν σχεδόν ισάριθμα είδη εντόμων. Στα ΓΓΤ με ενσωματωμένο το γονίδιο του Bt ενσωματώνονται 2-3 γονίδια που στοχεύουν τα συγκεκριμένα παράσιτα που αποτελούν πρόβλημα στην περιοχή. Επομένως ο ψεκασμός με Bt έχει πολύ μεγαλύτερες πιθανότητες να επηρεάσει το τοπικό οικοσύστημα από τα αντίστοιχα ΓΓΤ.
Επίσης υπάρχει άλλο ένα παραθυράκι για τις οργανικές καλλιέργειες καθώς οι καλλιεργητές μπορούν να χρησιμοποιήσουν το ανόργανο μυκητιοκτόνο θειικό χαλκό αν και η χρήση ουσιών με βάση τον χαλκό έχει απαγορευτεί στην ΕΕ από το Μάρτιο του 2002 λόγω των ποικίλων επιδράσεων που έχει στο περιβάλλον. Όμως μέσω έντονης πίεσης από τις οικολογικές οργανώσεις η περιορισμένη χρήση του επιτρέπεται μέχρι το 2006 με κύριο επιχείρημα ότι αποτελεί το πιο “παραδοσιακό” μυκητοκτόνο (!!!!) (James Duncan, Nature, 2003).
Βέβαια τα παιχνίδια με τους ορισμούς είναι ίσως το πιο αθώο χαρακτηριστικό των υποστηρικτών των οργανικών καλλιεργειών. Από τα σημαντικότερα λάθη τους είναι η δημιουργία της ψευδούς εντύπωση ότι οι οργανικές καλλιέργειες είναι εξίσου αποδοτικές με τις συμβατικές (δε μιλάμε καν σε σύγκριση με τα ΓΓΤ). Σε σύντομο χρονικό διάστημα η παραγωγή ανά έκταση μπορεί να είναι η ίδια αλλά επειδή οι οργανικές καλλιέργειες εξαρτώνται και από αγρανάπαυση οι συγκρίσεις πρέπει να γίνονται σε πλαίσιο πολλών ετών. Σε μια τέτοια έρευνα καταδείχτηκε ότι η παραγωγή σιταριού, φασολιών και μπιζελιών ήταν μόνο 60-70% των συμβατικών (Trewavas A, Urban Myths of Organic Farming, Nature 410, 2001). Γενικά η παραγωγή είναι κατά 20-30% μικρότερη πράγμα το οποίο αιτιολογεί και την υψηλή τιμή τους. Επομένως η αποδοτικότητα των καλλιεργειών αυτών μας αφορά καθώς αν τα οργανικά προϊόντα αποτελέσουν ένα μεγάλο μερίδιο της αγοράς τότε οι τιμές θα είναι σίγουρα επιβαρυντικές για τις οικονομικά ασθενέστερες ομάδες. Επίσης μην αμελούμε και το μεγάλο περιβαλλοντικό πρόβλημα που δημιουργούν.
O Dennis Avery πρώην αναλυτής αγροτικών θεμάτων για το Υπ. Εξωτερικών των ΗΠΑ και διευθυντής του Centre of Global Food Issues σχολιάζει την παραπληροφόρηση για τη φιλικότητα των οργανικών καλλιεργειών για το περιβάλλον: “the public has been told that the organic approach to farming is kinder to the enviroment. The public has not been told that its low yields would force us to destroy millions of square miles of additonal wildlands” (British crop protection council, 1997). Δηλαδή για να μπορέσει ο σημερινός πληθυσμός της γης να σιτιστεί (πράγμα το οποίο και σήμερα δεν είναι εφικτό σε πολλές χώρες) με οργανικές καλλιέργειες θα πρέπει να θυσιάσουμε πολύ μεγαλύτερες εκτάσεις γης από ότι σήμερα λόγω της χαμηλής απόδοσης αυτών των καλλιεργειών. Δυστυχώς ή ευτυχώς οι οργανικές καλλιέργειες δεν προσφέρουν τα πλεονεκτήματα για να δικαιολογήσουν τη χαμηλή παραγωγικότητα και το υψηλό κόστος τους. Όπως αναφέρει και ο Dick Taverne στο βιβλίο του “The March of Unreason” παραλείπεται συχνά μια σημαντική επιβάρυνση που προκαλεί ο τρόπος αυτός καλλιέργειας στο περιβάλλον. Σε αυτές τις καλλιέργειες τα ζιζάνια απομακρύνονται μηχανικά μέσω του τρακτέρ και του οργώματος του χώματος. Όμως αυτές οι διαδικασίες καταστρέφουν σκουλήκια και έντομα που ζουν υποχθόνια, προκαλούν διάβρωση του εδάφους, απελευθερώνουν περισσότερο διοξείδιο του άνθρακα στην ατμόσφαιρα. Συγκριτικά έχει υπολογιστεί ότι η χρήση ΓΓΤ που είναι ανθεκτικά στα φυτοφάρμακα μειώνει την εκπομπή αερίων του θερμοκηπίου κατά 80% ανά εκτάριο καλλιεργήσιμης γης, διόλου αμελητέα ποσότητα ιδίως αν αναλογιστούμε ότι μια από τις μεγαλύτερες ανησυχίες του οικολογικού κινήματος είναι το φαινόμενο του θερμοκηπίου. Μια ωραία περίληψη των λανθασμένων εντυπώσεων που δίνουν οι υποστηρικτές των οργανικών καλλιεργειών είναι η ανασκόπηση του Trewavas στο Nature (Trewavas A, Urban Myths of Organic Farming, Nature 410, 2001)
Νομίζω ότι ο καλύτερος τρόπος να κλείσουμε τη μικρή αυτή ενότητα για τις οργανικές καλλιέργειες είναι ένα σχόλιο του επικεφαλής του SA του Patrick Holden ο οποίος απερίφραστα κατηγορεί τη μοντέρνα επιστήμη ότι είναι υπερβολικά αναγωγική και ότι δεν είναι σε θέση να εξετάσει φαινόμενα τα οποία απαιτούν ολιστική θεώρηση (υποθέτω ότι ο ίδιος γνωρίζει πως..).
“And I think that if we take that approach, rather than continue to worship at the altar of rational reductionism, we can include the concept of naturalness, of intuition and of other levels of energy and even consciousness in our decision making. So it’s the not yet understood which is, I think, important to remember. It’s quite possible that the tools of science today are not developed enough to measure things which we will be able to measure tomorrow”.
(Holden P, New Scientist and Greenpeace Science Debates, 2001)
Βασικά υπήρχαν τόσο καλά σχόλια στο λόγο του που δεν ήξερα ποιο να διαλέξω. Υποθέτω ότι ο Holden θα ήθελε να συμπεριλάβουμε και την έννοια της διαίσθησης και άλλων επιπέδων ενέργειας (δεν ξέρω ποια είναι τα επίπεδα αυτά) και στην ιατρική έρευνα ιδίως σε θέματα όπως παρασκευή εμβολίων και φαρμάκων. Επίσης υποθέτω ότι εννοεί ότι η σύγχρονη επιστήμη δεν είναι σε θέση να μετρήσει την αποδοτικότητα ενός κτήματος, την ύπαρξη ή μη τοξινών σε τρόφιμα, τις θετικές ή αρνητικές επιπτώσεις στην τοπική χλωρίδα και πανίδα καθώς και άλλες παραμέτρους τις οποίες οι άπληστοι αναγωγιστές έχουν θεοποιήσει. Ίσως έχει δίκιο. Ίσως πρέπει να υπακούσουμε στη φωνούλα της διαίσθησης διότι αυτή είναι ξεκάθαρα σωστή (δεν είναι σκόπιμο να αναφέρω τόμους βιβλιογραφίας που αποδεικνύουν τα όρια της ανθρώπινης διαίσθησης αλλά οποιοδήποτε βιβλίο εξελικτικής ψυχολογίας παραθέτει πολυάριθμα πειράματα όπου η ανθρώπινη διαίσθηση κάνει σφάλματα) ή πρέπει να τη συμβουλευόμαστε όταν τα συμπεράσματα της επιστήμης φαίνονται παράλογα. Ίσως τελικά λοιπόν η γη δεν κινείται αλλά κινείται ο ήλιος και ίσως τελικά είναι επίπεδη και όχι στρογγυλή διότι τουλάχιστον από μικρό παιδί αυτό μου υπαγορεύει η διαίσθηση.
Δεύτερη αντίρρηση. Τα ΓΤΤ βλάπτουν ή μπορούν να βλάψουν την υγεία:
Αυτό αποτελεί ίσως τη βαρύτερη κατηγορία. Σίγουρα οι περισσότεροι άνθρωποι ενδιαφέρονται θεωρητικά για το περιβάλλον και τις επιπτώσεις των ανθρώπινων δραστηριοτήτων σε αυτό, αλλά εν τούτοις η υγεία αποτελεί μάλλον την σημαντικότερη προτεραιότητα για όλους μας και επομένως η κατηγορία αυτή είναι σημαντική. Ας αρχίσουμε από τις επιπτώσεις στην υγεία των πρώτων ανθρώπων που έρχονται σε επαφή με τις καλλιέργειες, δηλαδή τους αγρότες. Αρκετές έρευνες έχουν δείξει ότι τα ΓΓΤ, τα οποία είναι ανθεκτικά σε έντομα, μειώνουν σημαντικά την ανάγκη χρήσης εντομοκτόνων πράγμα το οποίο αντανακλάται στον αριθμό των λιγότερων δηλητηριάσεων των αγροτών. Μια πρόσφατη έρευνα επί του θέματος δημοσιεύτηκε στην έγκυρη επιστημονική επιθεώρηση Science, όπου η χρήση δύο ποικιλιών ΓΤ ρυζιού μείωσε τη χρήση εντομοκτόνων κατά 80% πράγμα το οποίο συνδυάστηκε με μείωση κλινικών συμπτωμάτων δηλητηρίασης (J. Huang et al., Science 308, 688−690; 2005).
Όσο για εμάς τους καταναλωτές δεν υπάρχει καταρχήν κανένα θεωρητικό υπόβαθρο για να στηρίξει ότι τα ΓΤΤ είναι πιο επικίνδυνα από τα υπόλοιπα. Τοξίνες περιέχονται σε όλα τα τρόφιμα και αν υπάρχουν σε αρκετά μεγάλες συγκεντρώσεις μπορούν να προκαλέσουν προβλήματα υγείας. Εν τούτοις οι συμβατικές καλλιέργειες δε μας εξασφαλίζουν κάποιο μεγαλύτερο επίπεδο ασφάλειας. Τοξίνες μπορούν να προκύψουν από τη δημιουργία νέων ποικιλιών μέσω του συμβατικού τρόπου όπως και στα ΓΤΤ. Η μόνη διαφορά είναι ότι στα ΓΤΤ τα μέτρα ασφαλείας είναι πολύ υψηλότερα και προφανώς όλος ο κόσμος αναμένει για ένα λάθος για τη δικαιολόγηση του παραλογισμού. Επίσης μην αμελούμε ότι στα ΓΤΤ ξέρουμε τι γονίδια εισάγουμε και μπορούμε να ελέγξουμε τα επίπεδα της ουσίας που παράγεται από τη μετάφραση του γονιδίου. Στις συμβατικές καλλιέργειες λίγο έως πολύ ακολουθούμε μια μπακαλίστικη προσέγγιση και αφού δε γνωρίζουμε ποια ακριβώς είναι τα γονίδια που εισάγαμε δεν μπορούμε να αξιολογήσουμε εξίσου εύκολα το αποτέλεσμα. Επίσης μην ξεχνάμε ότι ένας διαδεδομένος τρόπος για να προκύψουν νέες καλλιέργειες είναι να ακτινοβολήσουμε σπόρους με υπεριώδη ακτινοβολία. Η υπεριώδης ακτινοβολία αλληλεπιδρά με το γενετικό υλικό προκαλώντας ποικίλες μεταλλάξεις. Εν τούτοις οι αντιδράσεις δεν είναι τόσο ηχηρές για αυτές τις μεθόδους που σε ένα μεγάλο βαθμό είναι εντελώς τυφλές.
Επίσης μην ξεχνάμε ότι ΓΤΤ είναι διαθέσιμα στις ΗΠΑ εδώ και τουλάχιστον 8 χρόνια (μεταλλαγμένη σόγια για παράδειγμα) και δεν έχει συσχετιστεί κάποιο πρόβλημα υγείας με την κατανάλωσή της. Το 2003 η EPA (US Enviromental Protection Agency) ανανέωσε τα στοιχεία της για 9 Bt προϊόντα και αξιολόγησε πιθανές επιπτώσεις στην υγεία και στο περιβάλλον. Το συμπέρασμα ήταν ότι τα προϊόντα αυτά δεν αποτελούν μεγαλύτερο κίνδυνο από ότι οι συμβατικές καλλιέργειες και αντιθέτως είναι λιγότερο πιθανό να είναι επιβλαβείς σε σχέση με εκείνες που χρησιμοποιούν χημικά συνθετικά. Επίσης μια ανεξάρτητη επιτροπή το 2003 δημοσίευσε ανασκόπηση της επιστημονικής βιβλιογραφίας όπου επεσήμανε ότι δεν υπάρχουν κίνδυνοι για την υγεία του ανθρώπου από ΓΤΤ. Φυσικά τα συμπεράσματα αυτά δεν αποκλείουν ότι ορισμένα ΓΤΤ μπορεί να αποδειχτούν επιβλαβή στο μέλλον, αλλά το ίδιο ισχύει για οποιοδήποτε νέο προϊόν όπως και οποιοδήποτε φυσικό προϊόν. Οι έρευνες απλά αποδεικνύουν ότι δεν υπάρχει κανένας λόγος μεγαλύτερης ανησυχίας για τα ΓΤΤ από ότι για τα υπόλοιπα νέα τρόφιμα και προϊόντα (όπως π.χ. φάρμακα. Στο παράδειγμα των φαρμάκων αλίμονό μας αν σταματούσαμε την παραγωγή νέων φαρμάκων επειδή π.χ. αποδείχτηκε ότι το Vioxx αυξάνει την επίπτωση εμφραγμάτων. Φυσικά επειδή πολύ από εμάς πιθανόν να πάσχουν ή θα πάσχουν από προβλήματα καρδιάς και άλλα νοσήματα μας ενδιαφέρει πολύ να υπάρχει πρόοδος στα φαρμακευτικά σκευάσματα. Αντιθέτως επειδή είμαστε μια καλοταϊσμένη και κακομαθημένη κοινωνία δε μας ενδιαφέρει ιδιαίτερα η εφαρμογή πιο αποδοτικών μέσων παραγωγής τροφίμων).
Όπως μας πληροφορεί και ο Taverne στην Αγγλία τα ΓΓΤ υπάρχουν 7 κυβερνητικές επιτροπές επιφορτισμένες αποκλειστικά με θέματα βιοτεχνολογίας και επιπλέον άλλες 9 στις αρμοδιότητες των οποίων περιλαμβάνεται και ο έλεγχος των προϊόντων της βιοτεχνολογίας. Όπως καταλήγει, αν η πατάτα περνούσε από τους ίδιους ελεγκτικούς μηχανισμούς όπως τα ΓΤΤ πιθανώς να μην επιτρεπόταν στην αγορά καθώς στην ίδια οικογένεια ανήκουν και δηλητηριώδη είδη ενώ όταν πρασινίζει από έκθεση στον ήλιο παράγει μια πλειάδα τοξινών.
Γενικά υπάρχει μια πληθώρα ερευνών που δείχνει ότι τα ΓΤΤ δεν είναι πιο επικίνδυνα από συμβατικά και τρόφιμα και σε ορισμένες περιπτώσεις είναι ασφαλέστερα (π.χ. στην περίπτωση των αγροτών). Δυστυχώς πολλοί “οικολόγοι” διατυμπανίζουν ότι η έλλειψη αποδείξεων βλάβης δεν αποτελεί απόδειξη έλλειψης βλάβης και επικαλούνται την “Αρχή της Πρόληψης” ή την “Αρχή της Επιφύλαξης” (Precautionary Principle). Φυσικά αυτό ισχύει για όλα τα πράγματα στον πλανήτη και δεν καταλαβαίνω γιατί τα ΓΤΤ αποτελούν εξαίρεση. Γιατί δεν εφαρμόζουμε τα ίδια κριτήρια στα υπάρχοντα τρόφιμα; Επειδή τα καλλιεργούμε για εκατοντάδες χρόνια σημαίνει ότι δεν προκαλούν βλάβες στην υγεία; Για παράδειγμα έχει ελέγξει ποτέ κανείς αν ο χυμός της ντομάτας συνδέεται με τον καρκίνο του όσχεου; Μια σύντομη αναζήτηση στο Δίκτυο πάντως δεν καρποφόρησε σε κάποια έρευνα και υποθέτω ότι κανείς δεν το έχει ελέγξει. Το θέμα είναι ότι αν εφαρμόζαμε τα ίδια κριτήρια στα διαθέσιμα τρόφιμα μάλλον θα πεθαίναμε από την πείνα γιατί δε θα μπορούσαμε να αποδείξουμε 100% ότι κάποιο τρόφιμο δεν προκαλεί κάποιο πρόβλημα υγείας σε κάποιους ανθρώπους. Μην ξεχνάμε π.χ. ότι τα κουκιά μπορεί να αποβούν μοιραία σε άτομα που πάσχουν από την έλλειψη ενός ενζύμου στα ερυθρά τους αιμοσφαίρια. Εν τούτοις αποδεχόμαστε τον κίνδυνο και επιτρέπουμε τη διάθεσή τους στην αγορά ακόμη και αν κάποιος ο οποίος δεν έχει διαγνωστεί μπορεί να πεθάνει.
Τρίτη αντίρρηση. Τα ΓΤΤ βλάπτουν το περιβάλλον:
Και σε αυτή την περίπτωση οι “οικολόγοι” φίλοι μας απαιτούν 100% ότι τα ΓΤΤ δε βλάπτουν και δε θα βλάψουν ποτέ το περιβάλλον. Φυσικά κάτι τέτοιο είναι αδύνατο να αποδειχτεί στο βαθμό που επιζητούν αλλά είναι εύλογη η απορία αν τα ΓΤΤ παρουσιάζουν αυξημένο κίνδυνο σε σχέση με τις άλλες καλλιέργειες. Η κυριότερη ανησυχία είναι αν μπορούν τα ενσωματωμένα γονίδια στα ΓΤΤ να περάσουν στις φυσικές ποικιλίες επηρεάζοντας έτσι τη γονιδιακή δεξαμενή του οικοσυστήματος και ενδεχομένως εισάγοντας μια επιβλαβή για το περιβάλλον ουσία. Μια έρευνα που δημοσιεύτηκε το 2001 στο Nature προκάλεσε έντονη συζήτηση καθώς σύμφωνα με τους ερευνητές προκλήθηκε μεταφορά γονιδίων σε φυσικές ποικιλίες καλαμποκιού στο Μεξικό (Quist D, Chapela I, Transgenic DNA introgressed into traditional maize landraces in Oaxaca, Mexico, Nature 414, 2001). Τελικά ο συντάκτης της επιθεώρησης αποφάσισε ότι η έρευνα παρουσίαζε κενά στην τεκμηρίωσή της και την απέσυρε (υπήρξε ηχηρή κριτική από πολλούς ερευνητές ότι η δημοσίευση ήταν αναξιόπιστη):
“In our 29 November issue, we published the paper «Transgenic DNA introgressed into traditional maize landraces in Oaxaca, Mexico» by David Quist and Ignacio Chapela. Subsequently, we received several criticisms of the paper, to which we obtained responses from the authors and consulted referees over the exchanges. In the meantime, the authors agreed to obtain further data, on a timetable agreed with us, that might prove beyond reasonable doubt that transgenes have indeed become integrated into the maize genome. The authors have now obtained some additional data, but there is disagreement between them and a referee as to whether these results significantly bolster their argument. In light of these discussions and the diverse advice received, Nature has concluded that the evidence available is not sufficient to justify the publication of the original paper. As the authors nevertheless wish to stand by the available evidence for their conclusions, we feel it best simply to make these circumstances clear, to publish the criticisms, the authors’ response and new data, and to allow our readers to judge the science for themselves”.
Εν τούτοις η ανησυχία είναι εύλογη ιδιαίτερα αν αναλογιστούμε τις επιπτώσεις που μπορεί να έχει σε ΓΤΤ σχεδιασμένα να παράγουν εμβόλια. Φυσικά το εμπόδιο δεν είναι πρωτότυπο μιας και διάφορες ποικιλίες φυτών (μη ΓΤΤ) καλλιεργούνται και σήμερα σε στενή γειτνίαση (στο ίδιο κτήμα) αλλά παρόλα αυτά υπάρχουν καθορισμένες αποστάσεις που επιτρέπουν την ελαχιστοποίηση της αλληλομεταφοράς γονιδίων. Μέσω πειραμάτων σε ανοιχτό πεδίο μπορούν αν καθοριστούν αποστάσεις ασφαλείας που να ελαχιστοποιούν τον κίνδυνο.
Άλλες πιο εξειδικευμένες τεχνικές περιλαμβάνουν τη μη ενσωμάτωση των γονιδίων στη γύρη ή απλά τη στείρωση των φυτών. Μια έξυπνη τεχνική περιλαμβάνει την ενσωμάτωση των γονιδίων στο DNA των χλωροπλαστών, DNA το οποίο μεταβιβάζεται μόνο από τα θήλεα ενώ η γύρις θεωρείται αρσενική (Daniell H et al, Milestones in chloroplast genetic engineering: an environmentally friendly era in biotechnology, Trends in Plant Science, 2002). Η συζήτηση βέβαια εκτείνεται πολύ περισσότερο από τη μεταφορά γονιδίων στο περιβάλλον αλλά περιλαμβάνει το φόβο ότι τα ΓΤΤ πλήττουν τη βιοποικιλία καθώς στην περίπτωση των ΓΤΤ που παράγουν εντομοκτόνες ουσίες πλήττονται και έντομα που δεν είναι παράσιτα, πράγμα το οποίο θεωρητικά είναι αναληθές καθώς τα γονίδια που εισάγονται παράγουν υπερεκλεκτικές τοξίνες, σε αντίθεση με τα συνθετικά εντομοκτόνα ή τον ψεκασμό με βακτήρια, και επίσης δεν αποδεικνύεται από δεδομένα. Δυστυχώς η ανάλυση όλων των κατηγοριών για τις επιπτώσεις στο περιβάλλον ξεφεύγουν κάπως από το στόχο του κειμένου αυτού. Όσο υπάρχουν θεωρητικοί κίνδυνοι τόσο οι επαγγελματίες κινδυνολόγοι θα κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου και θα προωθούν την πλήρη απαγόρευση των ΓΓΤ.
Αφού αρχίσαμε με σχόλιο το κείμενο θα το κλείσουμε με ένα σχόλιο: “Environmentalism has become codified to such an extent that if you disagree with a single word, you are apparently not an environmentalist. Rational discord is being discouraged. It has too many of the hallmarks of the Hitler Youth, or the religious right”.
Patrick Moore, New Scientist, 1999
Ο Moore ήταν ένας από τους ιδρυτές της Greenpeace και εγκατέλειψε όταν όπως ο ίδιος περιγράφει η οργάνωση μετατράπηκε σε μια υστερική ακρο-αριστερά οργάνωση που αντιτίθεται τυφλά την ελεύθερη αγορά, την παγκοσμιοποίηση και την επιστήμη…
Πηγή:http://e-rooster.gr
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)